Αυτά που είδαμε και ακούσαμε μέσα στην κρίση των τελευταίων ετών (αλλά ακόμα και από πολύ παλαιότερα) μας δίνουν μια καλή αφορμή σήμερα να πούμε κάποια πράγματα και ίσως να επαναπροσδιορίσουμε την ιδεολογική μας ταυτότητα να μιλήσουμε για αυτή και η αρχή της να δείχνει τον τρόπο για να αναστοχαστούμε και να κατανοήσουμε το ποιοι ακριβώς είμαστε και τι δρόμο αγώνα έχουμε χαράξει στο διάβα της ζωής μας και εάν πρέπει να τον αλλάξουμε καθώς και σε ποια κατεύθυνση.
Ένα γνωστό ρητό λέει: Αν τα γεωμετρικά αξιώματα έθιγαν τα συμφέροντα των ανθρώπων, οι άνθρωποι σίγουρα θα τα ανασκεύαζαν. Οι φυσικοϊστορικές θεωρίες που έθιγαν τις παλιές προλήψεις της θεολογίας προκάλεσαν και προκαλούν ως τα σήμερα την πιο λυσσαλέα πάλη.
Οι αριθμοί με μπλε χρώμα μέσα στο κείμενο παραπέμπουν σε σημειώσεις στο τέλος του κειμένου που είναι άξιες λόγου να διαβαστούν !!!
Δεν είναι εκπληκτικό ότι η διδασκαλία του Μαρξ, που εξυπηρετεί άμεσα τη διαφώτιση και την οργάνωση της πρωτοπόρας τάξης της σύγχρονης κοινωνίας, τονίζει τα καθήκοντα αυτής της τάξης και αποδείχνει ότι - λόγω της οικονομικής ανάπτυξης - είναι αναπόφευκτη η αντικατάσταση του σημερινού καθεστώτος με μια καινούργια τάξη πραγμάτων δεν είναι εκπληκτικό ότι η διδασκαλία αυτή ήταν υποχρεωμένη να κατακτά με μάχη το κάθε της βήμα στο δρόμο της ζωής.
Είναι περιττό να μιλήσουμε για την αστική επιστήμη και φιλοσοφία, που τις διδάσκουν επίσημοι καθηγητές, σύμφωνα με το επίσημο πνεύμα, για ν ’αποβλακώνουν τη νέα γενιά των εύπορων τάξεων και για να τη "γυμνάζουν" ενάντια στους εξωτερικούς και εσωτερικούς εχθρούς. Η επιστήμη αυτή δεν θέλει ούτε ν ’ακούσει για μαρξισμό και διακηρύσσει ότι ο μαρξισμός έχει αναιρεθεί και εκμηδενιστεί. Και οι νεαροί επιστήμονες που κάνουν την καριέρα τους αναιρώντας το σοσιαλισμό, και τα ετοιμόρροπα γεροντάκια, που φυλάνε τις παραδόσεις κάθε απαρχαιωμένου "συστήματος", επιτίθενται με τον ίδιο ζήλο ενάντια στον Μαρξ. Η ανάπτυξη του μαρξισμού, η διάδοση και η εδραίωση των ιδεών του μέσα στην εργατική τάξη, προκαλούν αναπόφευκτα την επανάληψη και την όξυνση των αστικών αυτών επιθέσεων ενάντια στο μαρξισμό, που ύστερα από κάθε "εκμηδένισή" του από την επίσημη επιστήμη, γίνεται όλο και πιο γερός, πιο ατσαλωμένος και πιο ζωτικός. Κι ανάμεσα όμως στις διδασκαλίες που συνδέονται με την πάλη της εργατικής τάξης και έχουν διαδοθεί κυρίως μέσα στο προλεταριάτο, ο μαρξισμός δεν εδραίωσε τη θέση του μονομιάς.
Κάθε άλλο. Στα πρώτα 50 χρόνια της ύπαρξής του (από τη δεκαετία 1840-1850) ο μαρξισμός πάλευε ενάντια σε θεωρίες που ήταν ριζικά εχθρικές προς αυτόν. Στο πρώτο μισό της δεκαετίας 1840-1850 ο Μαρξ και ο Ένγκελς ξεκαθάρισαν τους λογαριασμούς με τους ριζοσπάστες νεοχεγκελιανούς, που ακολουθούσαν την άποψη του φιλοσοφικού ιδεαλισμού. Στα τέλη της δεκαετίας 1840-1850 διεξάγεται η πάλη στον τομέα των οικονομικών θεωριών ενάντια στον προυντονισμό (1). Στη δεκαετία 1850-1860 ολοκληρώνεται αυτή η πάλη: η κριτική των κομμάτων και των θεωριών που παρουσιάστηκαν μέσα στη θύελλα του 1848. Στη δεκαετία 1860-1870 η πάλη μεταφέρεται από τον τομέα της γενικής θεωρίας σ ’έναν τομέα που βρίσκεται πιο κοντά στο άμεσο εργατικό κίνημα: το διώξιμο του μπακουνισμού από τη Διεθνή (2). Στις άρχές της δεκαετίας 1870-1880 στη Γερμανία για ένα μικρό διάστημα παρουσιάζεται στη σκηνή ο προυντονιστής Μύλμπεργκερ και στα τέλη της ίδιας δεκαετίας ο θετικιστής Ντύρινγκ. Η επιροή όμως και του ενός και του άλλου πάνω στο προλεταριάτο ήταν πια εντελώς μηδαμινή. Ο μαρξισμός νικά πια αναμφισβήτητα όλες τις άλλες ιδεολογίες του εργατικού κινήματος. Στις παραμονές της δεκαετίας 1890-1900 η νίκη αυτή είχε ολοκληρωθεί στις βασικές της γραμμές. Ακόμη και στις λατινικές χώρες, όπου οι παραδόσεις του προυντονισμού διατηρήθηκαν περισσότερο καιρό απ’αλλού, τα εργατικά κόμματα στήριξαν πραγματικά τα προγράμματα και την τακτική τους πάνω σε μαρξιστική βάση. Η αναγεννημένη διεθνής οργάνωση του εργατικού κινήματος - με τη μορφή περιοδικών διεθνών συνεδρίων - στάθηκε από την αρχή και σχεδόν χωρίς πάλη στο έδαφος του μαρξισμού σε όλα τα ουσιαστικά ζητήματα. Όταν όμως ο μαρξισμός εκτόπισε όλες τις κάπως ολοκληρωμένες εχθρικές προς αυτόν διδασκαλίες, οι τάσεις που εκφράζανε οι διδασκαλίες αυτές άρχισαν ν ’αναζητούν άλλους δρόμους. Άλλαξαν οι μορφές και τα κίνητρα της πάλης, η πάλη όμως συνεχιζόταν. Και η δεύτερη πεντηκονταετία της ύπαρξης του μαρξισμού άρχισε (δεκαετία 1890-1900) με την πάλη ενός εχθρικού προς τον μαρξισμό ρεύματος μέσα στον μαρξισμό. Το ρεύμα αυτό (3) πήρε το όνομά του από τον πρώην ορθόδοξο μαρξιστή Μπέρνσταιν, που ξεσήκωσε το μεγαλύτερο θόρυβο κι έδωσε την πιο ολοκληρωμένη διατύπωση στη διόρθωση του Μαρξ, στην αναθεώρηση του Μαρξ, στον αναθεωρητισμό. Ακόμη και στη Ρωσία, όπου λόγω της οικονομικής καθυστέρησης της χώρας και της υπεροχής του αγροτικού πληθυσμού, που καταπιεζόταν από τα υπολείμματα της δουλοπαροικίας,ο μη μαρξιστικός σοσιαλισμός διατηρήθηκε φυσικά περισσότερο καιρό από αλλού, ακόμη και στη Ρωσία ο σοσιαλισμός αυτός μετεξελίσσεται έκδηλα μπροστά στα μάτια μας σε αναθεωρητισμό. Και στο αγροτικό ζήτημα (πρόγραμμα δημοτικοποίησης όλης της γης) και στα γενικά ζητήματα του προγράμματος και της τακτικής, οι σοσιαλναροντνικοί μας όλο και περισσότερο αντικαθιστούν με "διορθώσεις" που κάνουν στον Μαρξ τα απονεκρωμένα, τα εξαφανιζόμενα, υπολείμματα του παλιού συστήματος, το οποίο με τον τρόπο του ήταν ολοκληρωτικά και ριζικά εχθρικό προς το μαρξισμό. Ο προμαρξικός σοσιαλισμός τσακίστηκε. Τώρα συνεχίζει την πάλη όχι πια πάνω στο δικό του αυτοτελές έδαφος, μα πάνω στο γενικό έδαφος του μαρξισμού, σαν αναθεωρητισμός. Ας δούμε λοιπόν ποιο είναι το ιδεολογικό περιεχόμενο του αναθεωρητισμού. Στον τομέα της φιλοσοφίας ο αναθεωρητισμός σερνόταν στην ουρά της αστικής καθηγητικής "επιστήμης". Οι καθηγητές γυρνούσαν "πίσω προς τον Καντ", - και ο αναθεωρητισμός σερνόταν πίσω από τους νεοκαντιανούς (4), οι καθηγητές επαναλάβαιναν τις χιλιοειπωμένες κοινοτοπίες των παπάδων ενάντια στο φιλοσοφικό υλισμό, - και οι αναθεωρητές, χαμογελώντας συγκαταβατικά, μουρμούριζαν ότι ο υλισμός έχει "ανασκευαστεί" από καιρό. Οι καθηγητές μεταχειρίζονταν τον Χέγκελ σαν "ψόφιο σκυλί", και κηρύσσοντας οι ίδιοι τον ιδεαλισμό, όμως έναν ιδεαλισμό χίλιες φορές πιο ρηχό και πιο τριμμένο από το χεγκελιανό, σήκωναν περιφρονητικά τους ώμους τους για τη διαλεκτική και οι αναθεωρητές σέρνονταν ξοπίσω τους μέσα στο βάλτο του φιλοσοφικού εκχυδαϊσμού της επιστήμης, αντικαθιστώντας την "περίπλοκη" (και επαναστατική) διαλεκτική με την "απλή" (και ήρεμη) "εξέλιξη". Οι καθηγητές κέρδιζαν το μισθό τους από το δημόσιο, προσαρμόζοντας και τα ιδεαλιστικά και τα "κριτικά" τους συστήματα στην κυρίαρχη μεσαιωνική "φιλοσοφία", (δηλαδή στη θεολογία), και οι αναθεωρητές τους πλησίαζαν προσπαθώντας να κάνουν τη θρησκεία "ιδιωτική υπόθεση" όχι απέναντι στο σύγχρονο κράτος, αλλά απέναντι στο κόμμα της πρωτοπόρας τάξης. Δεν χρειάζεται να πούμε ποιά ήταν η πραγματική ταξική σημασία των τέτοιων "διορθώσεων" στον Μαρξ, το πράγμα φαίνεται μόνο του. Θα σημειώσουμε απλώς πως ο μόνος μαρξιστής μέσα στη διεθνή σοσιαλδημοκρατία, που έκανε κριτική από την άποψη του συνεπούς διαλεκτικού υλισμού σ ’αυτές τις απίστευτες κοινοτοπίες που αράδιαζαν εδώ οι αναθεωρητές, ήταν ο Πλεχάνοφ. Αυτό πρέπει να υπογραμμιστεί πιο έντονα, γιατί στην εποχή μας γίνονται βαθιά λαθεμένες προσπάθειες να περάσουν την παλιά και αντιδραστική φιλοσοφική σαβούρα κάτω απ’τη σημαία της κριτικής του οπορτουνισμού του Πλεχάνοφ στα ζητήματα τακτικής (*). Περνώντας στην πολιτική οικονομία πρέπει πριν απ’όλα να σημειώσουμε ότι στον τομέα αυτόν "οι διορθώσεις" των αναθεωρητών ήταν πολύ πιο πολύπλευρες και πιο λεπτομερειακές. Προσπαθούσαν να επηρεάσουν τον κόσμο παραθέτοντας "νέα στοιχεία για την οικονομική ανάπτυξη". Έλεγαν πως στον τομέα της αγροτικής οικονομίας δεν γίνεται καμιά συγκέντρωση και εκτόπιση της μικρής παραγωγής από τη μεγάλη και ότι στον τομέα του εμπορίου και της βιομηχανίας αυτό γίνεται πάρα πολύ αργά. Έλεγαν ότι οι κρίσεις είναι τώρα πιο σπάνιες και πιο αδύνατες, και ότι τα καρτέλ και τα τραστ, όπως φαίνεται, θα δώσουν στο κεφάλαιο τη δυνατότητα να εξαλείψει ολότελα τις κρίσεις. Έλεγαν ότι η "θεωρία της χρεωκοπίας", προς την οποία τραβάει ο καπιταλισμός, είναι αστήρικτη, γιατί οι ταξικές αντιθέσεις έχουν την τάση να αμβλύνονται και να μετριάζονται. Έλεγαν, τέλος, ότι δεν θα πείραζε να διορθώσουμε και τη θεωρία της αξίας του Μαρξ σύμφωνα με τον Μπεμ-Μπάβερκ (5). Η πάλη ενάντια στους αναθεωρητές πάνω σ ’αυτά τα ζητήματα προκάλεσε μια αναζωογόνηση της θεωρητικής σκέψης του διεθνούς σοσιαλισμού, εξίσου γόνιμη με την πολεμική του Ένγκελς ενάντια στον Ντύρινγκ είκοσι χρόνια πριν. Τα επιχειρήματα των αναθεωρητών εξετάστηκαν με βάση συγκεκριμένα γεγονότα και αριθμούς. Αποδείχτηκε ότι οι αναθεωρητές εξωραΐζουν συστηματικά τη σύγχρονη μικρή παραγωγή. Αδιαφιλονίκητα στοιχεία αποδείχνουν την τεχνική και την εμπορική υπεροχή της μεγάλης παραγωγής απέναντι στη μικρή, όχι μόνο στη βιομηχανία, μα και στη γεωργία. Η εμπορευματική όμως παραγωγή είναι πολύ λιγότερο αναπτυγμένη στη γεωργία και οι σημερινοί στατιστικοί και οικονομολόγοι δεν ξέρουν συνήθως να ξεχωρίσουν τους ειδικούς εκείνους κλάδους (κάποτε μάλιστα και εργασίες) της γεωργίας, που εκφράζουν το προοδευτικό τράβηγμα της γεωργίας στην ανταλλαγή της παγκόσμιας οικονομίας. Η μικρή παραγωγή κρατιέται πάνω στα ερείπια της φυσικής οικονομίας με τη διαρκή χειροτέρευση της διατροφής, με το χρόνιο υποσιτισμό, με την παράταση της εργάσιμης μέρας, με τη χειροτέρευση της ποιότητας των ζώων και της περιποίησής τους, με λίγα λόγια, με τα ίδια μέσα που κρατιόταν και η χειρωνακτική παραγωγή αντιμετωπίζοντας την καπιταλιστική μανιφατούρα. Κάθε βήμα της επιστήμης και της τεχνικής προς τα μπρος υποσκάπτει αναπόφευκτα και αμείλικτα τις βάσεις της μικρής παραγωγής στην καπιταλιστική κοινωνία και το καθήκον της σοσιαλιστικής πολιτικής οικονομίας είναι να ερευνήσει αυτό το προτσές σε όλες του τις συχνά πολύπλοκες και μπερδεμένες μορφές,ν' αποδείξει στον μικροπαραγωγό πως δεν είναι δυνατό να κρατηθεί μέσα στον καπιταλισμό, πως το αγροτικό νοικοκυριό μέσα στον καπιταλισμό βρίσκεται σε αδιέξοδο, πως είναι ανάγκη για τον αγρότη να υιοθετήσει την άποψη του προλετάριου. Στο ζήτημα αυτό οι αναθεωρητές έσφαλαν από επιστημονική άποψη, γιατί γενίκευσαν κατά τρόπο επιπόλαιο γεγονότα παρμένα μονόπλευρα, έξω από τη σύνδεσή τους με το όλο καπιταλιστικό σύστημα, έσφαλαν όμως και από πολιτική άποψη, γιατί αναπόφευκτα, θεληματικά είτε άθελά τους, καλούσαν τον αγρότη ή παρότρυναν τον αγρότη να υιοθετήσει την άποψη του νοικοκύρη (δηλαδή την άποψη της αστικής τάξης), αντί να τον παροτρύνουν να υιοθετήσει την άποψη του επαναστάτη προλετάριου. Ακόμη χειρότερα πήγαιναν τα πράγματα για τον αναθεωρητισμό με τη θεωρία των κρίσεων και τη θεωρία της χρεωκοπίας. Μόνο για ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και μόνο οι πιο κοντόφθαλμοι άνθρωποι μπορούσαν να σκέπτονται για τροποποίηση των βάσεων της διδασκαλίας τους Μαρξ κάτω από την επίδραση μερικών χρόνων βιομηχανικής ανόδου και άνθισης. Η πραγματικότητα όμως έδειξε πολύ γρήγορα στους αναθεωρητές ότι οι κρίσεις δεν ανήκουν καθόλου στο παρελθόν: την άνθιση την ακολούθησε η κρίση. Άλλαξαν οι μορφές, η αλληλουχία, η εικόνα των χωριστών κρίσεων, οι κρίσεις όμως εξακολουθούσαν ν ’αποτελούν αναπόφευκτο συστατικό μέρος του καπιταλιστικού συστήματος. Τα καρτέλ και τα τραστ, συνενώνοντας την παραγωγή, δυνάμωναν ταυτόχρονα μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου την αναρχία της παραγωγής, την αβεβαιότητα του προλεταριάτου για την αύριο και το ζυγό του κεφαλαίου, οξύνοντας έτσι σε πρωτοφανέρωτο βαθμό τις ταξικές αντιθέσεις. Ότι ο καπιταλισμός τραβάει στη χρεωκοπία και με την έννοια των χωριστών πολιτικών και οικονομικών κρίσεων και με την έννοια της ολοκληρωτικής κατάρρευσης όλου του καπιταλιστικού καθεστώτος, αυτό το έδειξαν εξαιρετικά καθαρά και σε εξαιρετικά πλατιά κλίμακα ακριβώς τα νεώτατα γιγαντιαία τραστ. Η πρόσφατη δημοσιονομική κρίση στην Αμερική, η τρομακτική αύξηση της ανεργίας σ ’όλη την Ευρώπη, χωρίς να μιλήσουμε πια για την επικείμενη βιομηχανική κρίση που μας την προαναγγέλλουν πολλά σημάδια, όλα αυτά έκαναν ώστε οι τελευταίες "θεωρίες" των αναθεωρητών να ξεχαστούν από όλους, και όπως φαίνεται, ακόμη και από πολλούς από τους ίδιους τους εμπνευστές των θεωριών αυτών. Μόνο δεν πρέπει να ξεχνάμε τα μαθήματα που έδωσε στην εργατική τάξη αυτή η διανοουμενίστικη αστάθεια. Για τη θεωρία της αξίας πρέπει απλώς να πούμε ότι, εκτός από εξαιρετικά ακαθόριστους υπαινιγμούς και θρηνολογήματα, α λα Μπεμ-Μπάβερκ, οι αναθεωρητές δεν έδωσαν εδώ απολύτως τίποτε και γ ι’αυτό δεν άφησαν κανένα ίχνος στην ανάπτυξη της επιστημονικής σκέψης. Στον τομέα της πολιτικής ο αναθεωρητισμός προσπάθησε να αναθεωρήσει πραγματικά τη βάση του μαρξισμού, δηλαδή τη διδασκαλία για την πάλη των τάξεων. Η πολιτική ελευθερία, η δημοκρατία, το καθολικό εκλογικό δικαίωμα,—μας έλεγαν, - δεν αφήνουν έδαφος για την ταξική πάλη και ανασκευάζουν την παλιά θέση του "Μανιφέστου του Κομμουνιστικού κόμματος" ότι οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα. Μια και στη δημοκρατία κυριαρχεί η "θέληση της πλειοψηφίας", δεν μπορεί, λένε, ούτε να βλέπουμε το κράτος σαν όργανο ταξικής κυριαρχίας, ούτε ν ’απορρίπτουμε τις συμμαχίες με την προοδευτική σοσιαλμεταρυθμιστική αστική τάξη ενάντια στους αντιδραστικούς. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως αυτές οι αντιρρήσεις των αναθεωρητών ανάγονταν σ ’ένα αρκετά αρμονικό σύστημα αντιλήψεων, συγκεκριμένα: στις γνωστές από καιρό φιλελεύθερες αστικές αντιλήψεις.
Οι φιλελεύθεροι έλεγαν πάντοτε ότι ο αστικός κοινοβουλευτισμός εξαλείφει τις τάξεις και τους ταξικούς διαχωρισμούς, μια και όλοι οι πολίτες χωρίς διάκριση έχουν το δικαίωμα ψήφου και το δικαίωμα να συμμετέχουν στις κρατικές υποθέσεις. 'Ολη η ιστορία της Ευρώπης στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, όλη η ιστορία της ρωσικής επανάστασης στις αρχές του 20ου αιώνα δείχνει πεντακάθαρα πόσο ανόητες είναι οι αντιλήψεις αυτού του είδους. Οι οικονομικές διαφορές δεν εξασθενούν, μα δυναμώνουν και οξύνονται μέσα στην ελευθερία του "δημοκρατικού" καπιταλισμού. Ο κοινοβουλευτισμός δεν παραμερίζει, μα ξεσκεπάζει την ουσία των πιο φιλελεύθερων αστικών δημοκρατιών, δείχνοντας ότι είναι όργανα ταξικής καταπίεσης. Ο κοινοβουλευτισμός, βοηθώντας να διαφωτιστούν και να οργανωθούν ασύγκριτα πιο πλατιές μάζες του πληθυσμού από εκείνες που προηγούμενα έπαιρναν δραστήριο μέρος στα πολιτικά γεγονότα, προετοιμάζει έτσι όχι την εξάλειψη των κρίσεων και των πολιτικών επαναστάσεων, μα μια εξαιρετική όξυνση του εμφύλιου πολέμου στη διάρκεια αυτών των επαναστάσεων. Τα γεγονότα του Παρισιού την άνοιξη του 1871 και τα γεγονότα της Ρωσίας το χειμώνα του 1905 έδειξαν πεντακάθαρα πόσο αναπόφευκτα επέρχεται αυτή η όξυνση. Η γαλλική αστική τάξη, για να καταπνίξει το προλεταριακό κίνημα, δεν δίστασε ούτε στιγμή να έρθει σε συμφωνία με τον εχθρό όλου του έθνους, με τον ξένο στρατό που είχε ρημάξει την πατρίδα της. Όποιος δεν καταλαβαίνει την αναπόφευκτη εσωτερική διαλεκτική του κοινοβουλευτισμού και του αστικού δημοκρατισμού, που οδηγεί σε μια ακόμη πιο απότομη απ’ ότι προηγούμενα λύση της διαμάχης με τη μαζική βία, αυτός πότε δεν θα μπορέσει να κάνει με βάση αυτόν τον κοινοβουλευτισμό μια συνεπή από άποψη αρχών προπαγάνδα και ζύμωση, που να προετοιμάζει πραγματικά τις εργατικές μάζες να συμμετάσχουν νικηφόρα σ' αυτές τις "διαμάχες". Η πείρα από τις συμμαχίες, τις συμφωνίες και τους συνασπισμούς με το σοσιαλμεταρυθμιστικό φιλελευθερισμό στη Δύση, με το φιλελεύθερο ρεφορμισμό (καντέτοι) στη ρωσική επανάσταση έδειξε με πειστικότητα ότι οι συμφωνίες αυτές δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να αμβλύνουν τη συνείδηση των μαζών, ότι δεν δυναμώνουν, μα εξασθενίζουν την πραγματική σημασία της πάλης τους, όταν μπλέκουν τους αγωνιζόμενους με στοιχεία λιγότερο ικανά για αγώνα, πιο ασταθή και προδοτικά. Ο γαλλικός μιλλερανισμός (6) το πιο μεγάλο πείραμα για την εφαρμογή της αναθεωρητικής πολιτικής τακτικής σε πλατιά, πραγματικά εθνική κλίμακα, έδωσε μια τέτοια πρακτική εκτίμηση για τον αναθεωρητισμό, που ποτέ δεν θα την ξεχάσει το προλεταριάτο όλου του κόσμου. Φυσικό συμπλήρωμα των οικονομικών και πολιτικών τάσεων του αναθεωρητισμού ήταν η στάση του απέναντι στον τελικό σκοπό του σοσιαλιστικού κινήματος. "Ο τελικός σκοπός δεν είναι τίποτε, το κίνημα είναι το παν". Αυτό το απόφθεγμα του Μπέρνσταϊν εκφράζει την ουσία του αναθεωρητισμού καλύτερα από πολλούς μακροσκελείς συλλογισμούς. Να καθορίζεις τη στάση σου από περίπτωση σε περίπτωση, να προσαρμόζεσαι στα γεγονότα της ημέρας, στις μεταλλαγές των πολιτικών μικροζητημάτων, να ξεχνάς τα ζωτικά συμφέροντα του προλεταριάτου και τα βασικά χαρακτηριστικά όλου του καπιταλιστικού καθεστώτος, όλης της καπιταλιστικής εξέλιξης, να θυσιάζεις αυτά τα ζωτικά συμφέροντα στα πραγματικά ή υποθετικά οφέλη της στιγμής, αυτή είναι η αναθεωρητική πολιτική. Και από την ίδια την ουσία αυτής της πολιτικής βγαίνει ολοφάνερα πως αυτή μπορεί να παίρνει συνεχώς ποικίλες μορφές και πως κάθε κάπως "καινούργιο" ζήτημα, κάθε κάπως αναπάντεχη και απρόβλεπτη στροφή των γεγονότων, έστω κι αν αυτή η στροφή δεν έχει αλλάξει παρά ελάχιστα και για πολύ μικρό χρονικό διάστημα τη βασική γραμμή της εξέλιξης, αναπόφευκτα θα γεννούν πάντα αυτές ή τις άλλες παραλλαγές του αναθεωρητισμού. Τον αναθεωρητισμό τον κάνουν αναπόφευκτο οι ταξικές ρίζες που έχει μέσα στη σύγχρονη κοινωνία. Ο αναθεωρητισμός είναι διεθνές φαινόμενο. Για κάθε κάπως κατατοπισμένο και σκεπτόμενο σοσιαλιστή δεν μπορεί να υπάρχει ούτε η παραμικρότερη αμφιβολία ότι η σχέση των ορθόδοξων και των μπερνσταινικών στη Γερμανία, των γκεντιστών και των ζωρεσιστών (τώρα κυρίως μπρουσιστών) στη Γαλλία (7), τη Σοσιαλδημοκρατικής ομοσπονδίας και του Ανεξάρτητου εργατικού κόμματος στην Αγγλία (8), του Μπρουκέρ και του Βαντερβέλντε στο Βέλγιο, των ιντεγκραλιστών και των ρεφορμιστών στην Ιταλία (9), των μπολσεβίκων και των μενσεβίκων στη Ρωσία, είναι παντού η ίδια στην ουσία της, παρά την τεράστια ποικιλία των εθνικών συνθηκών και των ιστορικών στοιχείων στη σημερινή κατάσταση όλων αυτών των χωρών. Η "διαίρεση" μέσα στο σύγχρονο διεθνή σοσιαλισμό ακολουθεί, ουσιαστικά, από τώρα κιόλας την ίδια γραμμή στις διάφορες χώρες του κόσμου, πράγμα που δείχνει ότι έγινε ένα τεράστιο βήμα προς τα μπρος σε σύγκριση με κείνο που υπήρχε πριν από 30-40 χρόνια, όταν στις διάφορες χώρες μέσα στον ενιαίο διεθνή σοσιαλισμό πάλευαν ανομοιογενείς τάσεις. Και ο "αναθεωρητισμός από τ ’αριστερά", που άρχισε να παρουσιάζεται τώρα στις λατινικές χώρες σαν "επαναστατικός συνδικαλισμός" (10), προσαρμόζεται επίσης στο μαρξισμό, "διορθώνοντάς" τον: ο Λαμπριόλα στην Ιταλία, ο Λαγκαρντέλ στη Γαλλία επικαλούνται κάθε στιγμή τον Μαρξ που δεν κατανοήθηκε σωστά, για τη δικαίωση του Μαρξ που σωστά κατανοείται. Δεν μπορούμε εδώ να σταθούμε στην ανάλυση του ιδεολογικού περιεχομένου αυτού του αναθεωρητισμού που καθόλου δεν αναπτύχθηκε ακόμη τόσο, όσο ο οπουρτουνιστικός αναθεωρητισμός, δεν έγινε διεθνής και δεν έδωσε στην πράξη καμιά μεγάλη μάχη με το σοσιαλιστικό κόμμα έστω και μιας χώρας. Γ' αυτό περιοριζόμαστε στον "αναθεωρητισμό απ’τα δεξιά" που περιγράψαμε πιο πάνω.
Γιατί είναι αναπόφευκτος ο αναθεωρητισμός στην καπιταλιστική κοινωνία;
Γιατί είναι βαθύτερος από τις διαφορές των εθνικών ιδιομορφιών και των βαθμών ανάπτυξης του καπιταλισμού; Για το λόγο ότι σε κάθε καπιταλιστική χώρα, δίπλα στο προλεταριάτο υπάρχουν πάντοτε πλατιά στρώματα μικροαστών, μικρονοικοκυραίων.
Ο καπιταλισμός γεννήθηκε και γεννιέται συνεχώς από τη μικρή παραγωγή. Ο καπιταλισμός αναπόφευκτα δημιουργεί και πάλι μια ολόκληρη σειρά από "μεσαία στρώματα" (εξαρτήματα των εργοστασίων, δουλειά στο σπίτι, μικροεργαστήρια σκορπισμένα σ’όλη τη χώρα, λόγω των απαιτήσεων της μεγάλης βιομηχανίας, λ.χ. της βιομηχανίας παραγωγής ποδηλάτων και αυτοκινήτων κτλ.). Αυτοί οι νέοι μικροπαραγωγοί ξαναρίχνονται έτσι αναπότρεπτα στις γραμμές του προλεταριάτου. Είναι εντελώς φυσικό η μικροαστική κοσμοθεωρία να διεισδύσει ξανά και ξανά στις γραμμές των πλατιών εργατικών κομμάτων. Είναι εντελώς φυσικό να γίνεται αυτό και θα γίνεται πάντα ως το ξαφνικό ξέσπασμα της προλεταριακής επανάστασης, γιατί θα 'ταν μεγάλο λάθος να νομίζει κανείς ότι για την πραγματοποίηση αυτής της επανάστασης είναι απαραίτητο να προλεταριοποιηθεί "πέρα για πέρα" η πλειοψηφία του πληθυσμού. Αυτό που συχνά τώρα περνάμε μόνο στον ιδεολογικό τομέα: διαμάχες γύρω απ’τις θεωρητικές διορθώσεις στον Μαρξ, αυτό που τώρα ξεσπάει στην πράξη μόνο πάνω σε διάφορα επιμέρους ζητήματα του εργατικού κινήματος, όπως οι διαφωνίες τακτικής με τους αναθεωρητές και οι διασπάσεις πάνω σ ’αυτό το έδαφος, αυτό θα το δοκιμάσει οπωσδήποτε η εργατική τάξη σε ασύγκριτα μεγαλύτερη έκταση, όταν η προλεταριακή επανάσταση θα οξύνει όλα τα επίμαχα ζητήματα, θα συγκεντρώσει όλες τις διαφωνίες πάνω σε σημεία που έχουν την πιο άμεση σημασία για τον καθορισμό της στάσης των μαζών και θ ’αναγκάσει την εργατική τάξη, μέσα στη φωτιά της πάλης, να ξεχωρίσει τους εχθρούς από τους φίλους, να πετάξει τους κακούς συμμάχους, για να δώσει αποφασιστικά χτυπήματα στον εχθρό.
Η ιδεολογική πάλη του επαναστατικού μαρξισμού ενάντια στον αναθεωρητισμό στα τέλη του 19ου αιώνα είναι απλώς το προοίμιο των μεγάλων επαναστατικών μαχών του προλεταριάτου, που τραβά μπροστά για την πλήρη νίκη της υπόθεσής του, παρόλες τις ταλαντεύσεις και τις αδυναμίες της μικροαστικής τάξης.
Β.Ι.Λένιν
Άπαντα 5η έκδοση
τόμος 17,σελίδα 15-26
Σημειωσεις
(*) Βλέπε το βιβλίο "Δοκίμια για τη φιλοσοφία του μαρξισμού" των Μπογκντάνοφ. Μπαζάροφ και άλλων.
Ένα γνωστό ρητό λέει: Αν τα γεωμετρικά αξιώματα έθιγαν τα συμφέροντα των ανθρώπων, οι άνθρωποι σίγουρα θα τα ανασκεύαζαν. Οι φυσικοϊστορικές θεωρίες που έθιγαν τις παλιές προλήψεις της θεολογίας προκάλεσαν και προκαλούν ως τα σήμερα την πιο λυσσαλέα πάλη.
Οι αριθμοί με μπλε χρώμα μέσα στο κείμενο παραπέμπουν σε σημειώσεις στο τέλος του κειμένου που είναι άξιες λόγου να διαβαστούν !!!
Δεν είναι εκπληκτικό ότι η διδασκαλία του Μαρξ, που εξυπηρετεί άμεσα τη διαφώτιση και την οργάνωση της πρωτοπόρας τάξης της σύγχρονης κοινωνίας, τονίζει τα καθήκοντα αυτής της τάξης και αποδείχνει ότι - λόγω της οικονομικής ανάπτυξης - είναι αναπόφευκτη η αντικατάσταση του σημερινού καθεστώτος με μια καινούργια τάξη πραγμάτων δεν είναι εκπληκτικό ότι η διδασκαλία αυτή ήταν υποχρεωμένη να κατακτά με μάχη το κάθε της βήμα στο δρόμο της ζωής.
Είναι περιττό να μιλήσουμε για την αστική επιστήμη και φιλοσοφία, που τις διδάσκουν επίσημοι καθηγητές, σύμφωνα με το επίσημο πνεύμα, για ν ’αποβλακώνουν τη νέα γενιά των εύπορων τάξεων και για να τη "γυμνάζουν" ενάντια στους εξωτερικούς και εσωτερικούς εχθρούς. Η επιστήμη αυτή δεν θέλει ούτε ν ’ακούσει για μαρξισμό και διακηρύσσει ότι ο μαρξισμός έχει αναιρεθεί και εκμηδενιστεί. Και οι νεαροί επιστήμονες που κάνουν την καριέρα τους αναιρώντας το σοσιαλισμό, και τα ετοιμόρροπα γεροντάκια, που φυλάνε τις παραδόσεις κάθε απαρχαιωμένου "συστήματος", επιτίθενται με τον ίδιο ζήλο ενάντια στον Μαρξ. Η ανάπτυξη του μαρξισμού, η διάδοση και η εδραίωση των ιδεών του μέσα στην εργατική τάξη, προκαλούν αναπόφευκτα την επανάληψη και την όξυνση των αστικών αυτών επιθέσεων ενάντια στο μαρξισμό, που ύστερα από κάθε "εκμηδένισή" του από την επίσημη επιστήμη, γίνεται όλο και πιο γερός, πιο ατσαλωμένος και πιο ζωτικός. Κι ανάμεσα όμως στις διδασκαλίες που συνδέονται με την πάλη της εργατικής τάξης και έχουν διαδοθεί κυρίως μέσα στο προλεταριάτο, ο μαρξισμός δεν εδραίωσε τη θέση του μονομιάς.
Κάθε άλλο. Στα πρώτα 50 χρόνια της ύπαρξής του (από τη δεκαετία 1840-1850) ο μαρξισμός πάλευε ενάντια σε θεωρίες που ήταν ριζικά εχθρικές προς αυτόν. Στο πρώτο μισό της δεκαετίας 1840-1850 ο Μαρξ και ο Ένγκελς ξεκαθάρισαν τους λογαριασμούς με τους ριζοσπάστες νεοχεγκελιανούς, που ακολουθούσαν την άποψη του φιλοσοφικού ιδεαλισμού. Στα τέλη της δεκαετίας 1840-1850 διεξάγεται η πάλη στον τομέα των οικονομικών θεωριών ενάντια στον προυντονισμό (1). Στη δεκαετία 1850-1860 ολοκληρώνεται αυτή η πάλη: η κριτική των κομμάτων και των θεωριών που παρουσιάστηκαν μέσα στη θύελλα του 1848. Στη δεκαετία 1860-1870 η πάλη μεταφέρεται από τον τομέα της γενικής θεωρίας σ ’έναν τομέα που βρίσκεται πιο κοντά στο άμεσο εργατικό κίνημα: το διώξιμο του μπακουνισμού από τη Διεθνή (2). Στις άρχές της δεκαετίας 1870-1880 στη Γερμανία για ένα μικρό διάστημα παρουσιάζεται στη σκηνή ο προυντονιστής Μύλμπεργκερ και στα τέλη της ίδιας δεκαετίας ο θετικιστής Ντύρινγκ. Η επιροή όμως και του ενός και του άλλου πάνω στο προλεταριάτο ήταν πια εντελώς μηδαμινή. Ο μαρξισμός νικά πια αναμφισβήτητα όλες τις άλλες ιδεολογίες του εργατικού κινήματος. Στις παραμονές της δεκαετίας 1890-1900 η νίκη αυτή είχε ολοκληρωθεί στις βασικές της γραμμές. Ακόμη και στις λατινικές χώρες, όπου οι παραδόσεις του προυντονισμού διατηρήθηκαν περισσότερο καιρό απ’αλλού, τα εργατικά κόμματα στήριξαν πραγματικά τα προγράμματα και την τακτική τους πάνω σε μαρξιστική βάση. Η αναγεννημένη διεθνής οργάνωση του εργατικού κινήματος - με τη μορφή περιοδικών διεθνών συνεδρίων - στάθηκε από την αρχή και σχεδόν χωρίς πάλη στο έδαφος του μαρξισμού σε όλα τα ουσιαστικά ζητήματα. Όταν όμως ο μαρξισμός εκτόπισε όλες τις κάπως ολοκληρωμένες εχθρικές προς αυτόν διδασκαλίες, οι τάσεις που εκφράζανε οι διδασκαλίες αυτές άρχισαν ν ’αναζητούν άλλους δρόμους. Άλλαξαν οι μορφές και τα κίνητρα της πάλης, η πάλη όμως συνεχιζόταν. Και η δεύτερη πεντηκονταετία της ύπαρξης του μαρξισμού άρχισε (δεκαετία 1890-1900) με την πάλη ενός εχθρικού προς τον μαρξισμό ρεύματος μέσα στον μαρξισμό. Το ρεύμα αυτό (3) πήρε το όνομά του από τον πρώην ορθόδοξο μαρξιστή Μπέρνσταιν, που ξεσήκωσε το μεγαλύτερο θόρυβο κι έδωσε την πιο ολοκληρωμένη διατύπωση στη διόρθωση του Μαρξ, στην αναθεώρηση του Μαρξ, στον αναθεωρητισμό. Ακόμη και στη Ρωσία, όπου λόγω της οικονομικής καθυστέρησης της χώρας και της υπεροχής του αγροτικού πληθυσμού, που καταπιεζόταν από τα υπολείμματα της δουλοπαροικίας,ο μη μαρξιστικός σοσιαλισμός διατηρήθηκε φυσικά περισσότερο καιρό από αλλού, ακόμη και στη Ρωσία ο σοσιαλισμός αυτός μετεξελίσσεται έκδηλα μπροστά στα μάτια μας σε αναθεωρητισμό. Και στο αγροτικό ζήτημα (πρόγραμμα δημοτικοποίησης όλης της γης) και στα γενικά ζητήματα του προγράμματος και της τακτικής, οι σοσιαλναροντνικοί μας όλο και περισσότερο αντικαθιστούν με "διορθώσεις" που κάνουν στον Μαρξ τα απονεκρωμένα, τα εξαφανιζόμενα, υπολείμματα του παλιού συστήματος, το οποίο με τον τρόπο του ήταν ολοκληρωτικά και ριζικά εχθρικό προς το μαρξισμό. Ο προμαρξικός σοσιαλισμός τσακίστηκε. Τώρα συνεχίζει την πάλη όχι πια πάνω στο δικό του αυτοτελές έδαφος, μα πάνω στο γενικό έδαφος του μαρξισμού, σαν αναθεωρητισμός. Ας δούμε λοιπόν ποιο είναι το ιδεολογικό περιεχόμενο του αναθεωρητισμού. Στον τομέα της φιλοσοφίας ο αναθεωρητισμός σερνόταν στην ουρά της αστικής καθηγητικής "επιστήμης". Οι καθηγητές γυρνούσαν "πίσω προς τον Καντ", - και ο αναθεωρητισμός σερνόταν πίσω από τους νεοκαντιανούς (4), οι καθηγητές επαναλάβαιναν τις χιλιοειπωμένες κοινοτοπίες των παπάδων ενάντια στο φιλοσοφικό υλισμό, - και οι αναθεωρητές, χαμογελώντας συγκαταβατικά, μουρμούριζαν ότι ο υλισμός έχει "ανασκευαστεί" από καιρό. Οι καθηγητές μεταχειρίζονταν τον Χέγκελ σαν "ψόφιο σκυλί", και κηρύσσοντας οι ίδιοι τον ιδεαλισμό, όμως έναν ιδεαλισμό χίλιες φορές πιο ρηχό και πιο τριμμένο από το χεγκελιανό, σήκωναν περιφρονητικά τους ώμους τους για τη διαλεκτική και οι αναθεωρητές σέρνονταν ξοπίσω τους μέσα στο βάλτο του φιλοσοφικού εκχυδαϊσμού της επιστήμης, αντικαθιστώντας την "περίπλοκη" (και επαναστατική) διαλεκτική με την "απλή" (και ήρεμη) "εξέλιξη". Οι καθηγητές κέρδιζαν το μισθό τους από το δημόσιο, προσαρμόζοντας και τα ιδεαλιστικά και τα "κριτικά" τους συστήματα στην κυρίαρχη μεσαιωνική "φιλοσοφία", (δηλαδή στη θεολογία), και οι αναθεωρητές τους πλησίαζαν προσπαθώντας να κάνουν τη θρησκεία "ιδιωτική υπόθεση" όχι απέναντι στο σύγχρονο κράτος, αλλά απέναντι στο κόμμα της πρωτοπόρας τάξης. Δεν χρειάζεται να πούμε ποιά ήταν η πραγματική ταξική σημασία των τέτοιων "διορθώσεων" στον Μαρξ, το πράγμα φαίνεται μόνο του. Θα σημειώσουμε απλώς πως ο μόνος μαρξιστής μέσα στη διεθνή σοσιαλδημοκρατία, που έκανε κριτική από την άποψη του συνεπούς διαλεκτικού υλισμού σ ’αυτές τις απίστευτες κοινοτοπίες που αράδιαζαν εδώ οι αναθεωρητές, ήταν ο Πλεχάνοφ. Αυτό πρέπει να υπογραμμιστεί πιο έντονα, γιατί στην εποχή μας γίνονται βαθιά λαθεμένες προσπάθειες να περάσουν την παλιά και αντιδραστική φιλοσοφική σαβούρα κάτω απ’τη σημαία της κριτικής του οπορτουνισμού του Πλεχάνοφ στα ζητήματα τακτικής (*). Περνώντας στην πολιτική οικονομία πρέπει πριν απ’όλα να σημειώσουμε ότι στον τομέα αυτόν "οι διορθώσεις" των αναθεωρητών ήταν πολύ πιο πολύπλευρες και πιο λεπτομερειακές. Προσπαθούσαν να επηρεάσουν τον κόσμο παραθέτοντας "νέα στοιχεία για την οικονομική ανάπτυξη". Έλεγαν πως στον τομέα της αγροτικής οικονομίας δεν γίνεται καμιά συγκέντρωση και εκτόπιση της μικρής παραγωγής από τη μεγάλη και ότι στον τομέα του εμπορίου και της βιομηχανίας αυτό γίνεται πάρα πολύ αργά. Έλεγαν ότι οι κρίσεις είναι τώρα πιο σπάνιες και πιο αδύνατες, και ότι τα καρτέλ και τα τραστ, όπως φαίνεται, θα δώσουν στο κεφάλαιο τη δυνατότητα να εξαλείψει ολότελα τις κρίσεις. Έλεγαν ότι η "θεωρία της χρεωκοπίας", προς την οποία τραβάει ο καπιταλισμός, είναι αστήρικτη, γιατί οι ταξικές αντιθέσεις έχουν την τάση να αμβλύνονται και να μετριάζονται. Έλεγαν, τέλος, ότι δεν θα πείραζε να διορθώσουμε και τη θεωρία της αξίας του Μαρξ σύμφωνα με τον Μπεμ-Μπάβερκ (5). Η πάλη ενάντια στους αναθεωρητές πάνω σ ’αυτά τα ζητήματα προκάλεσε μια αναζωογόνηση της θεωρητικής σκέψης του διεθνούς σοσιαλισμού, εξίσου γόνιμη με την πολεμική του Ένγκελς ενάντια στον Ντύρινγκ είκοσι χρόνια πριν. Τα επιχειρήματα των αναθεωρητών εξετάστηκαν με βάση συγκεκριμένα γεγονότα και αριθμούς. Αποδείχτηκε ότι οι αναθεωρητές εξωραΐζουν συστηματικά τη σύγχρονη μικρή παραγωγή. Αδιαφιλονίκητα στοιχεία αποδείχνουν την τεχνική και την εμπορική υπεροχή της μεγάλης παραγωγής απέναντι στη μικρή, όχι μόνο στη βιομηχανία, μα και στη γεωργία. Η εμπορευματική όμως παραγωγή είναι πολύ λιγότερο αναπτυγμένη στη γεωργία και οι σημερινοί στατιστικοί και οικονομολόγοι δεν ξέρουν συνήθως να ξεχωρίσουν τους ειδικούς εκείνους κλάδους (κάποτε μάλιστα και εργασίες) της γεωργίας, που εκφράζουν το προοδευτικό τράβηγμα της γεωργίας στην ανταλλαγή της παγκόσμιας οικονομίας. Η μικρή παραγωγή κρατιέται πάνω στα ερείπια της φυσικής οικονομίας με τη διαρκή χειροτέρευση της διατροφής, με το χρόνιο υποσιτισμό, με την παράταση της εργάσιμης μέρας, με τη χειροτέρευση της ποιότητας των ζώων και της περιποίησής τους, με λίγα λόγια, με τα ίδια μέσα που κρατιόταν και η χειρωνακτική παραγωγή αντιμετωπίζοντας την καπιταλιστική μανιφατούρα. Κάθε βήμα της επιστήμης και της τεχνικής προς τα μπρος υποσκάπτει αναπόφευκτα και αμείλικτα τις βάσεις της μικρής παραγωγής στην καπιταλιστική κοινωνία και το καθήκον της σοσιαλιστικής πολιτικής οικονομίας είναι να ερευνήσει αυτό το προτσές σε όλες του τις συχνά πολύπλοκες και μπερδεμένες μορφές,ν' αποδείξει στον μικροπαραγωγό πως δεν είναι δυνατό να κρατηθεί μέσα στον καπιταλισμό, πως το αγροτικό νοικοκυριό μέσα στον καπιταλισμό βρίσκεται σε αδιέξοδο, πως είναι ανάγκη για τον αγρότη να υιοθετήσει την άποψη του προλετάριου. Στο ζήτημα αυτό οι αναθεωρητές έσφαλαν από επιστημονική άποψη, γιατί γενίκευσαν κατά τρόπο επιπόλαιο γεγονότα παρμένα μονόπλευρα, έξω από τη σύνδεσή τους με το όλο καπιταλιστικό σύστημα, έσφαλαν όμως και από πολιτική άποψη, γιατί αναπόφευκτα, θεληματικά είτε άθελά τους, καλούσαν τον αγρότη ή παρότρυναν τον αγρότη να υιοθετήσει την άποψη του νοικοκύρη (δηλαδή την άποψη της αστικής τάξης), αντί να τον παροτρύνουν να υιοθετήσει την άποψη του επαναστάτη προλετάριου. Ακόμη χειρότερα πήγαιναν τα πράγματα για τον αναθεωρητισμό με τη θεωρία των κρίσεων και τη θεωρία της χρεωκοπίας. Μόνο για ένα πολύ σύντομο χρονικό διάστημα και μόνο οι πιο κοντόφθαλμοι άνθρωποι μπορούσαν να σκέπτονται για τροποποίηση των βάσεων της διδασκαλίας τους Μαρξ κάτω από την επίδραση μερικών χρόνων βιομηχανικής ανόδου και άνθισης. Η πραγματικότητα όμως έδειξε πολύ γρήγορα στους αναθεωρητές ότι οι κρίσεις δεν ανήκουν καθόλου στο παρελθόν: την άνθιση την ακολούθησε η κρίση. Άλλαξαν οι μορφές, η αλληλουχία, η εικόνα των χωριστών κρίσεων, οι κρίσεις όμως εξακολουθούσαν ν ’αποτελούν αναπόφευκτο συστατικό μέρος του καπιταλιστικού συστήματος. Τα καρτέλ και τα τραστ, συνενώνοντας την παραγωγή, δυνάμωναν ταυτόχρονα μπροστά στα μάτια όλου του κόσμου την αναρχία της παραγωγής, την αβεβαιότητα του προλεταριάτου για την αύριο και το ζυγό του κεφαλαίου, οξύνοντας έτσι σε πρωτοφανέρωτο βαθμό τις ταξικές αντιθέσεις. Ότι ο καπιταλισμός τραβάει στη χρεωκοπία και με την έννοια των χωριστών πολιτικών και οικονομικών κρίσεων και με την έννοια της ολοκληρωτικής κατάρρευσης όλου του καπιταλιστικού καθεστώτος, αυτό το έδειξαν εξαιρετικά καθαρά και σε εξαιρετικά πλατιά κλίμακα ακριβώς τα νεώτατα γιγαντιαία τραστ. Η πρόσφατη δημοσιονομική κρίση στην Αμερική, η τρομακτική αύξηση της ανεργίας σ ’όλη την Ευρώπη, χωρίς να μιλήσουμε πια για την επικείμενη βιομηχανική κρίση που μας την προαναγγέλλουν πολλά σημάδια, όλα αυτά έκαναν ώστε οι τελευταίες "θεωρίες" των αναθεωρητών να ξεχαστούν από όλους, και όπως φαίνεται, ακόμη και από πολλούς από τους ίδιους τους εμπνευστές των θεωριών αυτών. Μόνο δεν πρέπει να ξεχνάμε τα μαθήματα που έδωσε στην εργατική τάξη αυτή η διανοουμενίστικη αστάθεια. Για τη θεωρία της αξίας πρέπει απλώς να πούμε ότι, εκτός από εξαιρετικά ακαθόριστους υπαινιγμούς και θρηνολογήματα, α λα Μπεμ-Μπάβερκ, οι αναθεωρητές δεν έδωσαν εδώ απολύτως τίποτε και γ ι’αυτό δεν άφησαν κανένα ίχνος στην ανάπτυξη της επιστημονικής σκέψης. Στον τομέα της πολιτικής ο αναθεωρητισμός προσπάθησε να αναθεωρήσει πραγματικά τη βάση του μαρξισμού, δηλαδή τη διδασκαλία για την πάλη των τάξεων. Η πολιτική ελευθερία, η δημοκρατία, το καθολικό εκλογικό δικαίωμα,—μας έλεγαν, - δεν αφήνουν έδαφος για την ταξική πάλη και ανασκευάζουν την παλιά θέση του "Μανιφέστου του Κομμουνιστικού κόμματος" ότι οι εργάτες δεν έχουν πατρίδα. Μια και στη δημοκρατία κυριαρχεί η "θέληση της πλειοψηφίας", δεν μπορεί, λένε, ούτε να βλέπουμε το κράτος σαν όργανο ταξικής κυριαρχίας, ούτε ν ’απορρίπτουμε τις συμμαχίες με την προοδευτική σοσιαλμεταρυθμιστική αστική τάξη ενάντια στους αντιδραστικούς. Δεν υπάρχει αμφιβολία πως αυτές οι αντιρρήσεις των αναθεωρητών ανάγονταν σ ’ένα αρκετά αρμονικό σύστημα αντιλήψεων, συγκεκριμένα: στις γνωστές από καιρό φιλελεύθερες αστικές αντιλήψεις.
Οι φιλελεύθεροι έλεγαν πάντοτε ότι ο αστικός κοινοβουλευτισμός εξαλείφει τις τάξεις και τους ταξικούς διαχωρισμούς, μια και όλοι οι πολίτες χωρίς διάκριση έχουν το δικαίωμα ψήφου και το δικαίωμα να συμμετέχουν στις κρατικές υποθέσεις. 'Ολη η ιστορία της Ευρώπης στο δεύτερο μισό του 19ου αιώνα, όλη η ιστορία της ρωσικής επανάστασης στις αρχές του 20ου αιώνα δείχνει πεντακάθαρα πόσο ανόητες είναι οι αντιλήψεις αυτού του είδους. Οι οικονομικές διαφορές δεν εξασθενούν, μα δυναμώνουν και οξύνονται μέσα στην ελευθερία του "δημοκρατικού" καπιταλισμού. Ο κοινοβουλευτισμός δεν παραμερίζει, μα ξεσκεπάζει την ουσία των πιο φιλελεύθερων αστικών δημοκρατιών, δείχνοντας ότι είναι όργανα ταξικής καταπίεσης. Ο κοινοβουλευτισμός, βοηθώντας να διαφωτιστούν και να οργανωθούν ασύγκριτα πιο πλατιές μάζες του πληθυσμού από εκείνες που προηγούμενα έπαιρναν δραστήριο μέρος στα πολιτικά γεγονότα, προετοιμάζει έτσι όχι την εξάλειψη των κρίσεων και των πολιτικών επαναστάσεων, μα μια εξαιρετική όξυνση του εμφύλιου πολέμου στη διάρκεια αυτών των επαναστάσεων. Τα γεγονότα του Παρισιού την άνοιξη του 1871 και τα γεγονότα της Ρωσίας το χειμώνα του 1905 έδειξαν πεντακάθαρα πόσο αναπόφευκτα επέρχεται αυτή η όξυνση. Η γαλλική αστική τάξη, για να καταπνίξει το προλεταριακό κίνημα, δεν δίστασε ούτε στιγμή να έρθει σε συμφωνία με τον εχθρό όλου του έθνους, με τον ξένο στρατό που είχε ρημάξει την πατρίδα της. Όποιος δεν καταλαβαίνει την αναπόφευκτη εσωτερική διαλεκτική του κοινοβουλευτισμού και του αστικού δημοκρατισμού, που οδηγεί σε μια ακόμη πιο απότομη απ’ ότι προηγούμενα λύση της διαμάχης με τη μαζική βία, αυτός πότε δεν θα μπορέσει να κάνει με βάση αυτόν τον κοινοβουλευτισμό μια συνεπή από άποψη αρχών προπαγάνδα και ζύμωση, που να προετοιμάζει πραγματικά τις εργατικές μάζες να συμμετάσχουν νικηφόρα σ' αυτές τις "διαμάχες". Η πείρα από τις συμμαχίες, τις συμφωνίες και τους συνασπισμούς με το σοσιαλμεταρυθμιστικό φιλελευθερισμό στη Δύση, με το φιλελεύθερο ρεφορμισμό (καντέτοι) στη ρωσική επανάσταση έδειξε με πειστικότητα ότι οι συμφωνίες αυτές δεν κάνουν τίποτε άλλο παρά να αμβλύνουν τη συνείδηση των μαζών, ότι δεν δυναμώνουν, μα εξασθενίζουν την πραγματική σημασία της πάλης τους, όταν μπλέκουν τους αγωνιζόμενους με στοιχεία λιγότερο ικανά για αγώνα, πιο ασταθή και προδοτικά. Ο γαλλικός μιλλερανισμός (6) το πιο μεγάλο πείραμα για την εφαρμογή της αναθεωρητικής πολιτικής τακτικής σε πλατιά, πραγματικά εθνική κλίμακα, έδωσε μια τέτοια πρακτική εκτίμηση για τον αναθεωρητισμό, που ποτέ δεν θα την ξεχάσει το προλεταριάτο όλου του κόσμου. Φυσικό συμπλήρωμα των οικονομικών και πολιτικών τάσεων του αναθεωρητισμού ήταν η στάση του απέναντι στον τελικό σκοπό του σοσιαλιστικού κινήματος. "Ο τελικός σκοπός δεν είναι τίποτε, το κίνημα είναι το παν". Αυτό το απόφθεγμα του Μπέρνσταϊν εκφράζει την ουσία του αναθεωρητισμού καλύτερα από πολλούς μακροσκελείς συλλογισμούς. Να καθορίζεις τη στάση σου από περίπτωση σε περίπτωση, να προσαρμόζεσαι στα γεγονότα της ημέρας, στις μεταλλαγές των πολιτικών μικροζητημάτων, να ξεχνάς τα ζωτικά συμφέροντα του προλεταριάτου και τα βασικά χαρακτηριστικά όλου του καπιταλιστικού καθεστώτος, όλης της καπιταλιστικής εξέλιξης, να θυσιάζεις αυτά τα ζωτικά συμφέροντα στα πραγματικά ή υποθετικά οφέλη της στιγμής, αυτή είναι η αναθεωρητική πολιτική. Και από την ίδια την ουσία αυτής της πολιτικής βγαίνει ολοφάνερα πως αυτή μπορεί να παίρνει συνεχώς ποικίλες μορφές και πως κάθε κάπως "καινούργιο" ζήτημα, κάθε κάπως αναπάντεχη και απρόβλεπτη στροφή των γεγονότων, έστω κι αν αυτή η στροφή δεν έχει αλλάξει παρά ελάχιστα και για πολύ μικρό χρονικό διάστημα τη βασική γραμμή της εξέλιξης, αναπόφευκτα θα γεννούν πάντα αυτές ή τις άλλες παραλλαγές του αναθεωρητισμού. Τον αναθεωρητισμό τον κάνουν αναπόφευκτο οι ταξικές ρίζες που έχει μέσα στη σύγχρονη κοινωνία. Ο αναθεωρητισμός είναι διεθνές φαινόμενο. Για κάθε κάπως κατατοπισμένο και σκεπτόμενο σοσιαλιστή δεν μπορεί να υπάρχει ούτε η παραμικρότερη αμφιβολία ότι η σχέση των ορθόδοξων και των μπερνσταινικών στη Γερμανία, των γκεντιστών και των ζωρεσιστών (τώρα κυρίως μπρουσιστών) στη Γαλλία (7), τη Σοσιαλδημοκρατικής ομοσπονδίας και του Ανεξάρτητου εργατικού κόμματος στην Αγγλία (8), του Μπρουκέρ και του Βαντερβέλντε στο Βέλγιο, των ιντεγκραλιστών και των ρεφορμιστών στην Ιταλία (9), των μπολσεβίκων και των μενσεβίκων στη Ρωσία, είναι παντού η ίδια στην ουσία της, παρά την τεράστια ποικιλία των εθνικών συνθηκών και των ιστορικών στοιχείων στη σημερινή κατάσταση όλων αυτών των χωρών. Η "διαίρεση" μέσα στο σύγχρονο διεθνή σοσιαλισμό ακολουθεί, ουσιαστικά, από τώρα κιόλας την ίδια γραμμή στις διάφορες χώρες του κόσμου, πράγμα που δείχνει ότι έγινε ένα τεράστιο βήμα προς τα μπρος σε σύγκριση με κείνο που υπήρχε πριν από 30-40 χρόνια, όταν στις διάφορες χώρες μέσα στον ενιαίο διεθνή σοσιαλισμό πάλευαν ανομοιογενείς τάσεις. Και ο "αναθεωρητισμός από τ ’αριστερά", που άρχισε να παρουσιάζεται τώρα στις λατινικές χώρες σαν "επαναστατικός συνδικαλισμός" (10), προσαρμόζεται επίσης στο μαρξισμό, "διορθώνοντάς" τον: ο Λαμπριόλα στην Ιταλία, ο Λαγκαρντέλ στη Γαλλία επικαλούνται κάθε στιγμή τον Μαρξ που δεν κατανοήθηκε σωστά, για τη δικαίωση του Μαρξ που σωστά κατανοείται. Δεν μπορούμε εδώ να σταθούμε στην ανάλυση του ιδεολογικού περιεχομένου αυτού του αναθεωρητισμού που καθόλου δεν αναπτύχθηκε ακόμη τόσο, όσο ο οπουρτουνιστικός αναθεωρητισμός, δεν έγινε διεθνής και δεν έδωσε στην πράξη καμιά μεγάλη μάχη με το σοσιαλιστικό κόμμα έστω και μιας χώρας. Γ' αυτό περιοριζόμαστε στον "αναθεωρητισμό απ’τα δεξιά" που περιγράψαμε πιο πάνω.
Γιατί είναι αναπόφευκτος ο αναθεωρητισμός στην καπιταλιστική κοινωνία;
Γιατί είναι βαθύτερος από τις διαφορές των εθνικών ιδιομορφιών και των βαθμών ανάπτυξης του καπιταλισμού; Για το λόγο ότι σε κάθε καπιταλιστική χώρα, δίπλα στο προλεταριάτο υπάρχουν πάντοτε πλατιά στρώματα μικροαστών, μικρονοικοκυραίων.
Ο καπιταλισμός γεννήθηκε και γεννιέται συνεχώς από τη μικρή παραγωγή. Ο καπιταλισμός αναπόφευκτα δημιουργεί και πάλι μια ολόκληρη σειρά από "μεσαία στρώματα" (εξαρτήματα των εργοστασίων, δουλειά στο σπίτι, μικροεργαστήρια σκορπισμένα σ’όλη τη χώρα, λόγω των απαιτήσεων της μεγάλης βιομηχανίας, λ.χ. της βιομηχανίας παραγωγής ποδηλάτων και αυτοκινήτων κτλ.). Αυτοί οι νέοι μικροπαραγωγοί ξαναρίχνονται έτσι αναπότρεπτα στις γραμμές του προλεταριάτου. Είναι εντελώς φυσικό η μικροαστική κοσμοθεωρία να διεισδύσει ξανά και ξανά στις γραμμές των πλατιών εργατικών κομμάτων. Είναι εντελώς φυσικό να γίνεται αυτό και θα γίνεται πάντα ως το ξαφνικό ξέσπασμα της προλεταριακής επανάστασης, γιατί θα 'ταν μεγάλο λάθος να νομίζει κανείς ότι για την πραγματοποίηση αυτής της επανάστασης είναι απαραίτητο να προλεταριοποιηθεί "πέρα για πέρα" η πλειοψηφία του πληθυσμού. Αυτό που συχνά τώρα περνάμε μόνο στον ιδεολογικό τομέα: διαμάχες γύρω απ’τις θεωρητικές διορθώσεις στον Μαρξ, αυτό που τώρα ξεσπάει στην πράξη μόνο πάνω σε διάφορα επιμέρους ζητήματα του εργατικού κινήματος, όπως οι διαφωνίες τακτικής με τους αναθεωρητές και οι διασπάσεις πάνω σ ’αυτό το έδαφος, αυτό θα το δοκιμάσει οπωσδήποτε η εργατική τάξη σε ασύγκριτα μεγαλύτερη έκταση, όταν η προλεταριακή επανάσταση θα οξύνει όλα τα επίμαχα ζητήματα, θα συγκεντρώσει όλες τις διαφωνίες πάνω σε σημεία που έχουν την πιο άμεση σημασία για τον καθορισμό της στάσης των μαζών και θ ’αναγκάσει την εργατική τάξη, μέσα στη φωτιά της πάλης, να ξεχωρίσει τους εχθρούς από τους φίλους, να πετάξει τους κακούς συμμάχους, για να δώσει αποφασιστικά χτυπήματα στον εχθρό.
Η ιδεολογική πάλη του επαναστατικού μαρξισμού ενάντια στον αναθεωρητισμό στα τέλη του 19ου αιώνα είναι απλώς το προοίμιο των μεγάλων επαναστατικών μαχών του προλεταριάτου, που τραβά μπροστά για την πλήρη νίκη της υπόθεσής του, παρόλες τις ταλαντεύσεις και τις αδυναμίες της μικροαστικής τάξης.
Β.Ι.Λένιν
Άπαντα 5η έκδοση
τόμος 17,σελίδα 15-26
Σημειωσεις
(*) Βλέπε το βιβλίο "Δοκίμια για τη φιλοσοφία του μαρξισμού" των Μπογκντάνοφ. Μπαζάροφ και άλλων.
Εδώ δεν είναι η θέση να εξετάσουμε αυτό το βιβλίο και είμαι υποχρεωμένος να περιοριστώ για την ώρα στη δήλωση ότι στο κοντινό μέλλον θα αποδείξω σε μια σειρά άρθρα ή σε ιδιαίτερη μπροσούρα, ότι οσα λέγονται στο κείμενο για τους νεοκαντιανους αναθεωρητές ουσιαστικό αφορούν κι αυτούς τους "καινούργιους" νεογιουμιστές και νεομπερκλειστές αναθεωρητές . (βλ Άπαντα. 5η έκδ.. τόμ 18ος)
(1) Προνντονισμός- αντεπιστημονικό, εχθρικό προς το μαρξισμό ρεύμα του μικροαστικού σοσιαλισμού, που πήρε την ονομασία από το όνομα του θεωρητικού του, γάλλου αναρχικού Προυντόν. Ο Προυντόν, κάνοντας κριτική στη μεγάλη καπιταλιστική ιδιοκτησία από μικροαστική σκοπιά,ονειροπολούσε να διαιωνίσει τη μικρή ατομική ιδιοκτησία και πρότεινε να οργανωθεί "λαϊκή" τράπεζα και τράπεζα "ανταλλαγών', που με τη βοήθειά τους οι εργάτες θα μπορέσουν δήθεν ν'αποκτήσουν δικά τους μέσα παραγωγής, να γίνουν βιοτέχνες και να εξασφαλίσουν μια "δίκαιη" διάθεση των προϊόντων τους. Ο Προυντόν δεν καταλάβαινε τον ιστορικό ρόλο του προλεταριάτου, κρατούσε αρνητική στάση απέναντι στην ταξική πάλη, στην προλεταριακή επανάσταση και στη δικτατορία του προλεταριάτου- ξεκινώντας από αναρχικές θέσεις, αρνιόταν την ανάγκη του κράτους. Ο Μαρξ και ο Ένγκελς πάλεψαν με συνέπεια ενάντια στις προσπάθειες των προυντονιστών να επιβάλουν τις απόψεις τους στην πρώτη Διεθνή. Συντριπτική κριτική του προυντονισμού έγινε στο έργο του Μαρξ "Η αθλιότητα της φιλοσοφίας". Η αποφασιστική πάλη του Μαρξ, του Ένγκελς και των οπαδών τους ενάντια στον προυντονισμό στην I Διεθνή τέλειωσε με πλήρη νικη του μαρξισμού κατά του ποουντονισμού.
(1) Προνντονισμός- αντεπιστημονικό, εχθρικό προς το μαρξισμό ρεύμα του μικροαστικού σοσιαλισμού, που πήρε την ονομασία από το όνομα του θεωρητικού του, γάλλου αναρχικού Προυντόν. Ο Προυντόν, κάνοντας κριτική στη μεγάλη καπιταλιστική ιδιοκτησία από μικροαστική σκοπιά,ονειροπολούσε να διαιωνίσει τη μικρή ατομική ιδιοκτησία και πρότεινε να οργανωθεί "λαϊκή" τράπεζα και τράπεζα "ανταλλαγών', που με τη βοήθειά τους οι εργάτες θα μπορέσουν δήθεν ν'αποκτήσουν δικά τους μέσα παραγωγής, να γίνουν βιοτέχνες και να εξασφαλίσουν μια "δίκαιη" διάθεση των προϊόντων τους. Ο Προυντόν δεν καταλάβαινε τον ιστορικό ρόλο του προλεταριάτου, κρατούσε αρνητική στάση απέναντι στην ταξική πάλη, στην προλεταριακή επανάσταση και στη δικτατορία του προλεταριάτου- ξεκινώντας από αναρχικές θέσεις, αρνιόταν την ανάγκη του κράτους. Ο Μαρξ και ο Ένγκελς πάλεψαν με συνέπεια ενάντια στις προσπάθειες των προυντονιστών να επιβάλουν τις απόψεις τους στην πρώτη Διεθνή. Συντριπτική κριτική του προυντονισμού έγινε στο έργο του Μαρξ "Η αθλιότητα της φιλοσοφίας". Η αποφασιστική πάλη του Μαρξ, του Ένγκελς και των οπαδών τους ενάντια στον προυντονισμό στην I Διεθνή τέλειωσε με πλήρη νικη του μαρξισμού κατά του ποουντονισμού.
Ο Λένιν ονόμαζε τον προυντονισμό "χοντροκεφαλιά μικροαστού και φιλισταίου" που είναι ανίκανος να καταλάβει την άποψη της εργατικής τάξης Οι ιδέες του προυντονισμού χρησιμοποιούνται πλατιά από τους αστούς -θεωρητικούς για την προπαγάνδιση της ταξικής συνεργασίας
(2) Μπακουνισμός - ρεύμα που πήρε την ονομασία του από το όνομα του Μπακούνιν, θεωρητικού του αναρχισμού και άσπονδου εχθρού του μαρξισμού και του επιστημονικού σοσιαλισμού Οι μπακουνιστές πολεμούσαν με πείσμα τη μαρξιστική θεωρία και τακτική του εργατικού κινήματος. Βασική θέση του μπακουνισμού είναι η άρνηση κάθε κράτους, μαζί και της δικτατορίας του προλεταριάτου- ο μπακουνισμός δεν καταλάβαινε τον κοσμοϊστορικό ρόλο του προλεταριάτου. Ο Μπακούνιν διατύπωσε την ιδέα της "εξίσωσης" των τάξεων, της συνένωσης των "ελεύθερων ενώσεων" από τα κάτω. Κατά τη γνώμη των μπακουνιστών θα έπρεπε μια μυστική επαναστατική εταιρία από "εξέχουσες" προσωπικότητες να μπει επικεφαλής των λαϊκών εξεγέρσεων που θα εκδηλώνονταν αμέσως. Έτσι, οι μπακουνιστές θεωρούσαν ότι στη Ρωσία η αγροτιά ήταν έτοιμη να εξεγερθεί αμέσως. Η τακτική τους των συνωμοσιών, των άμεσων εξεγέρσεων και της τρομοκρατίας ήταν τυχοδιωκτική και εχθρική προς τη μαρξιστική διδασκαλία της εξέγερσης. Ο μπακουνισμός συγγενεύει με τον προυντονισμό, το μικροαστικό αυτό ρεύμα που αντανακλούσε την ιδεολογία του καταστραμένου μικροίδιοκτήτη Ένας από τους εκπροσώπους των μπακουνιστών στη Ρωσία ήταν ο Σ. Γκ. Νετσάγεφ αυτός κρατούσε στενή σύνδεση με τον Μπακούνιν που ζούσε στο εξωτερικό. Το πρόγραμμα της συνωμοτικής εταιρίας, το διατύπωσαν στην "Επαναστατική κατήχηση". Το 1869 ο Νετσάγεφ προσπάθησε να δημιουργήσει στη Ρωσία μια στενή συνωμοτική οργάνωση, τη "Ναρόντναγια ρασπράβα". Δεν μπόρεσε όμως να οργανώσει παρά μόνο μερικούς ομίλους στη Μόσχα Η "Ναρόντναγια ρασπράβα" ανακαλύφθηκε γρήγορα και το Δεκέμβρη του 1869 χτυπήθηκε και διαλύθηκε από την τσαρική κυβέρνηση. Ο Μπακούνιν, επιδιώκοντας να εισχωρήσει στην I Διεθνή, ζητούσε να γίνει δεκτός μαζί με την οργάνωση "Ένωση της σοσιαλιστικής δημοκρατίας" που ίδρυσε το 1868 και η οποία συμπεριλάβαινε τη μυστική μπακουνιστική ένωση. Παρά την απόφαση του Γενικού Συμβουλίου της Διεθνούς για διάλυση της " Ενωσης", ο Μπακούνιν μόνο τυπικά υποτάχθηκε σ ’αυτή την απόφαση διατήρησε τη μυστική του οργάνωση και την εβαλε στη Διεθνή σαν τμήμα της Διεθνούς στη Γενεύη, που διατηρησε την ονομασία " Ενωση".
Ο Μπακούνιν, βάζοντας σαν σκοπό του την κατάληψη της ηγεσίας του Γενικού Συμβουλίου, καταπολέμησε τον Μαρξ, χωρίς να διστάζει να χρησιμοποιησει γι'αυτό όλα τα μέσα. Η " 'Ενωση", τόνιζαν ο Μαρξ και ο Ενγκελς, δεν δίσταζε για να πετύχει τους σκοπούς της "να χρησιμοποιήσει κάθε μέσο, κάθε δολιότητα το ψέμα, τη συκοφαντία, τον εκφοβισμό, το πισώπλατο χτύπημα, όλα αυτά τα χρησιμοποιούσεστον ιδιο βαθμό".
(Κ. Μαρξ και Φ. Έ νγκελς. Απαντα, 2η ρωσ. έκδ.,τομ 18ος, σελ 329).
Για τη διαλυτική τους δράση οι ηγέτες του αναρχισμού, ο Μπακούνιν και ο Γκιγιόμ, διαγράφηκαν από την I Διεθνή στο συνέδριο της Χάγης το 1872.
Η θεωρία και η τακτική των μπακουνιστων καταδικάστηκε αυστηρά από τον Κ. Μαρξ και τον Φ. Ενγκελς.
Ο Β. I. Λένιν χαρακτήριζε τον μπακουνισμό σαν κοσμοθεωρία"του μικροαστού που έχασε κάθε ελπίδα σωτήριας του"
(Άπαντα ,4η ρωσ έκδ.. τόμ. 18ος, σελ. 11).
Ο μπακουνισμός αποτέλεσε μια από τις ιδεολογικές πηγές του ναροντνικισμού. Σχετικά με τον Μπακούνιν και τους μπακουνιστές βλ. τα έργα του Κ. Μαρξ και του Ενγκελς " Η Ενωση της σοσιαλιστικής δημοκρατίας και η Διεθνής Ένωση των Εργατών" (1873), Φ. Ένγκελς "Οι μπακουνιστές σε δράση" (1873), "Η φιλολογία των εκπατρισμένων" (I87S), καθώς και την εργασία του Β I.
Λένιν "Για την προσωρινή επαναστατική κυβέρνηση" (1905).
(3) Πρόκειται για τον μπερνσταινισμό το οπορτουνιστικό, εχθρικό προς το μαρξισμό ρεύμα στη διεθνή σοσιαλδημοκρατία, που εμφανίστηκε στά τέλη του 19ου αιώνα στη Γερμανία και πήρε την ονομασία του από το όνομα του Ε. Μπέρνσταϊν, του πιο απροκάλυπτου εκφραστή του αναθεωρητισμού. Στα 1896-1898 ο Μπέρνσταϊν δημοσίευσε στο περιοδικό "Die Neue Zeit" ("Νέοι Καιροί"), θεωρητικό όργανο της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, μια σειρά άρθρα με τον τίτλο "Προβλήματα του σοσιαλισμού", όπου αναθεωρούσε τις φιλοσοφικές, οικονομικές και πολιτικές βάσεις του επαναστατικού μαρξισμού. "Δεν παραδεχόταν ότι μπορεί να θεμελιωθεί επιστημονικά ο σοσιαλισμός και ν'αποδειχτεί, από την άποψη της υλιστικής αντίληψης της ιστορίας, ότι είναι αναγκαίος και αναπόφευκτος, δεν παραδεχόταν το γεγονός της αυξανόμενης αθλιότητας,της προλεταριοποίησης και της όξυνσης των καπιταλιστικών αντιθέσεων διακήρυσσε ότι είναι ανυπόστατη η ίδια η έννοια “τελικός σκοπός” και απόρριπτε ανεπιφύλακτα την ιδέα της δικτατορίας του προλεταριάτου δεν παραδεχόταν ότι ανάμεσα στο φιλελευθερισμό και στο σοσιαλισμό υπάρχει ριζική αντίθεση απόριπτε τη θεωρία τηςταξικής πάλης..."
(Β.Ι. Λένιν. Άπαντα , 5η έκδ., τόμ. 6ος, σελ. 7).
Η αναθεώρηση του μαρξισμού από τους μπερνσταϊνικούς απόβλεπε στο να μετατρέψει τη σοσιαλδημοκρατία από κόμμα της κοινωνικής επανάστασης σε κόμμα των κοινωνικών μεταρυθμίσεων. Τα αριστερά στοιχεία της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας άρχισαν αγώνα ενάντια στον Μπέρνσταϊν από τις στήλες των εφημερίδων τους. Τον μπερνσταινισμό τον υποστήριξε η δεξιά, η οπορτουνιστική πτέρυγα. Η Κεντρική Επιτροπή του κόμματος κρατούσε συμβιβαστική στάση απέναντι στον μπερνσταινισμό και δεν τον αντέκρουε. Στο περιοδικό "Die Neue Zeit" η πολεμική εναντία στα άρθρα του Μπέρνσταϊν άρχισε τον Ιούλη του 1898 με το άρθρο του Γκ Β Πλεχάνοφ Ο Μπέρνσταϊν"και ο υλισμός που στρεφόταν ενάντια στον αναθεωρητισμό". Το 1899 τα άρθρα του Μπερνσταιν εκδόθηκαν σε χωριστό βιβλίο με τον τίτλο "Οι προϋποθέσεις του σοσιαλισμού και τα καθήκοντα της σοσιαλδημοκρατίας". Στα συνέδρια του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Γερμανίας που έγιναν στη Στουτγάρδη (Οχτώβρης 1898). στο Αννόβερο (Οχτώβρης 1899) και στη Λυβέκη (Σεπτέμβρης 1901) ο μπερνσταϊνισμός καταδικάστηκε,εξαιτιας όμως της συμβιβαστικής στάσης της πλειονότητας των ηγετών του, το κόμμα δεν διαχώρισε τις ευθύνες του από τον Μπέρνσταϊν. Οι μπερνσταϊνικοϊ εξακολουθούσαν να προπαγανδίζουν ανοιχτά τις αναθεωρητικές ιδέες στο περιοδικό "Sozialistische Monatsheft" (Μηνιαία Σοσιαλδημοκρατική Επιθεώρηση)και στις κομματικές οργανώσεις.
Ο μπερνσταϊνισμός υποστηρίχτηκε από τα οπορτουνιστικά στοιχεία των άλλων κομμάτων της II Διεθνούς Στη Ρωσία οι μπερνσταϊνικες θεωρίες υποστηρίζονταν από τους "νόμιμους μαρξιστές" και τους "οικονομιστές". Η τσαρική λογοκρισία επέτρεψε να γίνουν τρεις εκδόσεις του βιβλίου του Μπέρνσταϊν, που μεταφράστηκε στη ρωσική γλώσσα, ενώ ο διευθυντής της Οχράνας της Μόσχας Ζουμπάτοφ το συμπεριέλαβε στον κατάλογο των βιβλίων, που συνιστούσε στους εργάτες για διάβασμα. Μόνο οι επαναστάτες μαρξιστές της Ρωσίας, οι μπολσεβίκοι μ' επικεφαλής τον Λένιν πάλευαν αποφασιστικά και με συνέπεια ενάντια στον μπερνσταϊνισμό και τους οπαδούς του. Ο Λένιν ακόμη από το 1899 τάχθηκε ενάντια στους μπερνσταϊνικούς με τη "Διαμαρτυρία των σοσιαλδημοκρατών της Ρωσίας" και με το άρθρο "Το πρόγραμμά μας".
Πλατιά κριτική του μπερνσταινισμού έκανε ο Λένιν στο βιβλίο του "Τί να κάνουμε;" και στα άρθρα του "Μαρξισμός και αναθεωρητισμός", "Οι διαφωνίες στο εργατικό κίνημα της Ευρώπης".
(βλ. ' Απαντα, 5η έκδ ,τόμ. 4ος, σελ. 167-180, 186-190· τόμ. 6ος, σελ. Ι-Ι92 4η ρωσ. έκδ. τόμ. Ι6ος, σελ. 317 - 322)
(4) Νεοκαντιανοί εκπρόσωποι αντιδραστικού ρεύματος της αστικής φιλοσοφίας, που εμφανίστηκε στη Γερμανία στα μέσα του 19ου αιώνα. Οι νεοκαντιανοι επαναλάβαιναν τις πιο αντιδραστικές ιδεαλιστικές θέσεις της φιλοσοφίας του Καντ και απόριπταν τα υλιστικά στοιχεία της. Με το σύνθημα "Πίσω στον Καντ" οι νεοκαντιανοι κήρυσσαν την αναβίωση του ιδεαλισμού του Καντ, πάλευαν ενάντια στο διαλεκτικό και τον ιστορικό υλισμό. Ο Φ. Ένγκελς στο βιβλίο "Ο Λουδοβίκος Φόυερμπαχ και το τέλος της κλασικής γερμανικής φιλοσοφίας" χαρακτήρισε τους νεοκαντιανούς σαν "αντιδραστικούς θεωρητικούς", αξιοθρήνητους εκλεκτικούς και ασημαντολόγους. Οι νεοκαντιανοί που βρίσκονταν στις γραμμές της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας (Ε. Μπέρνσταϊν, Κ. Σμιθ κ.ά.) βάλθηκαν ν' αναθεωρήσουν τη μαρξιστική φιλοσοφία, την οικονομική θεωρία του Μαρξ και τη διδασκαλία του για την ταξική πάλη και τη δικτατορία του προλεταριάτου. Στη Ρωσία εκπρόσωποι του νεοκαντιανισμού ήταν οι "νόμιμοι μαρξιστές" Π. Μπ. Στρούβε, Σ. Ν. Μπουλγκάκοφ.
O Λενιν αντέκρουσε τους νομίμους μαρξιστές, που μετέφεραν το Μοκαντιανισμό στο ρωσικό έδαφος, με τις πρώτες του ακόμη εργασίες. Το οικονομικο περιεχόμενο του ναροντνικισμού και η κριτική στο βιβλίο του κ Στρούβε (Η αντανάκλαση του μαρξισμού στην αστική φιλολογία) (1895). Ακριτη κριτική (1900) και χαιρέτισε τα άρθρα του Γκ Β Πλεχάνοφ ενάντια στους νεοκαντιανούς, που δημοσιεύτηκαν στον τυπο του εξωτερικού στα τέλη της δεκαετίας 1890-1900 και στα οποία ο Πλεχάνοφ χαρακτήρισε το νεοκαντιανισμό του Μπερνσταιν και του Κ Σμιθ "αντιδραστική θεωρία της αντιδραστικής αστικής τάξης". Ολόπλευρη κριτική της νεοκαντιανικής φιλοσοφίας ο Λένιν στο βιβλίο του "Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός" ( 1909) Στις φιλοσοφικές του εργασίες ο Λένιν εδειξε την εχθρότητα της υποκειμενικής ιδεαλιστικής φιλοσοφίας των νεοκαντιανών απέναντι στην επιστημονική γνώση της φύσης και της κοινωνίας, ξεσκέπασε την ταξική της ουσία σαν αστικής ιδεολογίας Οι νεοκαντιανικές ιδέες χρησιμοποιούνται στη σημερινή περίοδο από τους εκπροσώπους της αντιδραστικής φιλοσοφίας του ιμπεριαλισμού στην πάλη ενάντια στο μαρξισμό-λενινισμό.
(5) Μπεμ-Μπάβερκ - Αναγεννητής του κλασικού φιλελευθερισμού,ιθύνων νους πίσω από το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της Γερμανίας στα χρόνια της δημοκρατίας της Βαϊμάρης, διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο για την εξέλιξη της Αυστριακής Σχολής οικονομικής σκέψης που γεννήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και σε μία εποχή όπου το σύστημα της ελεύθερης οικονομίας έπαιρνε σάρκα και οστά, με κύριο πυρήνα του την βιομηχανική παραγωγή και την διεθνοποίηση του εμπορίου. Με κύριους εκφραστές της οικονομολόγους όπως οι Καρλ Μένγκερ,
Λούντβιχ φον Μίζες, Όιγκιν φον Μπεμ-Μπάβερκ και Φρήντριχ φον Χάγιεκ, η σχολή αυτή πίστευε στην επιχειρηματικότητα, στον οικονομικό ορθολογισμό και στην μέσω αυτού αυτορρύθμιση των αγορών.
(6) Μιλλερανισμός - οπορτουνιστικό ρεύμα στη σοσιαλδημοκρατία, που ονομάστηκε έτσι από το όνομα του γάλλου σοσιαλιστή-ρεφορμιστή Α.Ε. Μιλλεραν ο οποίος το 1899 πήρε μέρος στην αντιδραστική αστική κυβέρνηση της Γαλλίας και υποστήριζε την αντιλαϊκή πολιτική της. Η συμμετοχή του Μιλλεράν σε αστική κυβέρνηση ήταν μια καθαρή εκδήλωση της πολιτικής της ταξικής συνεργασίας των οπορτουνιστών ηγετών της σοσιαλδημοκρατίας με την αστική τάξη, απάρνηση από μέρους τους της επαναστατικής πάλης, προδοσία των συμφερόντων των εργαζόμενων τάξεων.
Ο Λένιν χαρακτηρίζοντας το μιλλερανισμό σαν αναθεωρητισμό και αποστασία, τόνιζε ότι οι σοσιαλρεφορμιστές παίρνοντας μέρος σε αστική κυβέρνηση, γίνονταν οπωσδήποτε ανδρείκελα, προκάλυμα για τους καπιταλιστές, όργανα εξαπάτησης των μαζών από μέρους της κυβέρνησης αυτής.
(7) Γκεντιστές- επαναστατικό μαρξιστικό ρεύμα στο γαλλικό σοσιαλιστικό κίνημα στα τέλη του 19ου με αρχές τους 20ού αιώνα, με αρχηγούς τους Ζ. Γκεντ και Π.Λαφάργκ. Το 1882, ύστερα από τη διάσπαση του Εργατικού κόμματος της Γαλλίας στο συνέδριο του Σαιντ-Ετιέν, οι γκεντιστές σχημάτισαν ανεξάρτητο κόμμα, διατηρώντας την παλιά ονομασία. Οι γκεντιστές έμειναν πιστοί στο πρόγραμμα του κόμματος που είχε ψηφιστεί το 1880 στη Χάβρη. Το θεωρητικό μέρος του προγράμματος αυτού είχε γραφτεί από τον Κ Μαρξ. Οι γκεντιστές υποστήριζαν μιαν ανεξάρτητη επαναστατική πολιτική του προλεταριάτου.
Είχαν μεγάλη επιροή στα βιομηχανικά κέντρα της Γαλλίας και συνένωναν τα πρωτοπόρα στοιχεία της εργατικής τάξης. Το 1901 οι οπαδοί της επαναστατικής ταξικής πάλης με επικεφαλής τον Ζ Γκεντ ενώθηκαν και σχημάτισαν το Σοσιαλιστικό κόμμα της Γαλλίας (που τα μέλη του άρχισαν επίσης να λέγονται γκεντιστές από το ονομα του αρχηγού του) Το 1905 οι γκεντιστές συνενώθηκαν με το ρεφορμιστικό Γαλλικό Σοσιαλιστικό κόμμα. Την περίοδο του ιμπεριαλιστικού πολέμου 1914-1918 οι καθοδηγητές του κόμματος αυτού (Γκεντ, Σαμπά κ α .) πρόδωσαν την υπόθεση της εργατικής τάξης και πέρασαν στις θέσεις του σοσιαλσωβινισμού.
Ζωρεσιστές - οπαδοί του γάλλου σοσιαλιστή Ζ. Ζωρές, που στη δεκαετία 1890-1900 σχημάτισε μαζί με τον Α Μιλλεράν την ομάδα των "ανεξάρτητων σοσιαλιστών" και ήταν επικεφαλής της δεξιάς, της ρεφορμιστικής πτέρυγας του γαλλικού σοσιαλιστικού κινήματος. Οι ζωρεσιστές με το πρόσχημα της "ελευθερίας κριτικής" προσπαθούσαν να κάνουν αναθεώρηση των βασικών θέσεων του μαρξισμού, κήρυσσαν την ταξική συνεργασία του προλεταριάτου με την αστική τάξη. Το 1902 οι ζωρεσιστές ίδρυσαν το Γαλλικό σοσιαλιστικό κόμμα που υποστήριζε ρεφορμιστικές θέσεις. Μηρουσιστές (ποσιμπιλιστές) (Π. Μπρους, Μπ. Μαλόν και άλλοι)-μικροαστικό, ρεφορμιστικό ρεύμα, που εμφανίστηκε στο γαλλικό σοσιαλιστικό κίνημα στη δεκαετία 1880-1890. Το ρεύμα αυτό αποτραβούσε το προλεταριάτο από τις επαναστατικές μεθόδους πάλης. Οι ποσιμπιλιστές σχημάτισαν το "Εργατικό κοινωνικο-επαναστατικό κόμμα"αρνούνταν το επαναστατικό πρόγραμμα και την επαναστατική τακτική του προλεταριάτου, άμβλυναν τους σοσιαλιστικούς σκοπούς του εργατικού κινήματος, πρότειναν να περιορίζεται η πάλη των εργατών στα πλαίσια "του δυνατού" (possible) από δω προέρχεται και η ονομασία του κόμματος. Η επιροή των ποσιμπιλιστών επεκτεινόταν κυρίως στις πιο καθυστερημένες οικονομικά περιοχές της Γαλλίας και στα λιγότερο εξελιγμένα στρώματα της εργατικής τάξης. Σε συνέχεια η πλειοψηφία των ποσιμπιλιστών συγχωνεύτηκε στο ρεφορμιστικό Γαλλικό σοσιαλιστικό κόμμα που ιδρύθηκε το 1902 με επικεφαλής τον Ζ. Ζωρές
(8) Η Σοσιαλδημοκρατική ομοσπονδία της Αγγλίας ιδρύθηκε το 1884. Δίπλα στους ρεφορμιστές (Χάιντμαν κ.ά.) και τους αναρχικούς στη Σοσιαλδημοκρατική ομοσπονδία ανήκε και η ομάδα των επαναστατών σοσιαλδημοκρατών, οπαδών του μαρξισμού (Γ Κβελτς, Τ. Μαν, Ε. Έ βελινγκ,Ελεωνόρα Μαρξ-’Εβελινγκ κ.ά.), που αποτελούσαν την αριστερή πτέρυγα του σοσιαλιστικού κινήματος της Αγγλίας. Ο Φ. Ένγκελς έκανε κριτική στη Σοσιαλδημοκρατική ομοσπονδία για δογματισμό και σεχταρισμό, για απόσπαση από το μαζικό εργατικό κίνημα της Αγγλίας και άγνοια των ιδιομορφιών του. Το 1907 η Σοσιαλδημοκρατική ομοσπονδία ονομάστηκε Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα που το 1911, μαζί με την αριστερή πτέρυγα του Ανεξάρτητου εργατικού κόμματος,σχημάτισε το Βρετανικό σοσιαλιστικό κόμμα. Το 1920 το κόμμα αυτό μαζί με την Ομάδα της Κομμουνιστικής ενότητας έπαιξε τον κύριο ρόλο στη δημιουργία του Κομμουνιστικού κόμματος της Μεγάλης Βρετανίας. Ανεξάρτητο εργατικό κόμμα της Αγγλίας (Independent Labour Party)-ρεφορμιστική οργάνωση, που ιδρύθηκε από τους καθοδηγητές των "νέων τρέιντ-γιούνιον" το 1893, την εποχή που αναζωογονούνταν ο απεργιακός αγώνας και δυνάμωνε το κίνημα για την ανεξαρτησία της εργατικής τάξης της Αγγλίας από τα αστικά κόμματα. Στο ΑΕΚ προσχώρησαν τα μέλη των "νέων τρέιντ-γιούνιον" και πολλών παλιών συνδικάτων, εκπρόσωποι της διανόησης και των μικροαστών, που ήταν κάτω από την επιροή των φαβιανών. Επικεφαλής του κόμματος ήταν ο Κέιρ Χάρντυ. Το κόμμα με το πρόγραμμά του πρόβαλε την πάλη για τη συλλογική ιδιοκτησία όλων των μέσων παραγωγής, κατανομής και ανταλλαγής, την εφαρμογή του οκτάωρου, την απαγόρευση της δουλειάς των παιδιών, την εφαρμογή κοινωνικών ασφαλίσεων και επιδομάτων για τους ανέργους. Το ΑΕΚ από την αρχή ακόμη της εμφάνισής του τήρησε αστική ρεφορμιστική στάση, στρέφοντας την κύρια προσοχή στην κοινοβουλευτική μορφή πάλης και στις κοινοβουλευτικές συναλλαγές με το Φιλελεύθερο κόμμα.
Ο Λένιν, χαρακτηρίζοντας το Ανεξάρτητο εργατικό κόμμα, έγραφε ότι "στην πράξη το κόμμα αυτό είναι κόμμα οπορτουνιστικό, εξαρτημένο πάντα από την αστική τάξη", ότι ("είναι ανεξάρτητο" μόνο από το σοσιαλισμό, ενώ από το φιλελευθερισμό είναι πολύ εξαρτημένο).
(Άπαντα , 4η ρωσ. έκδ , τόμ 29ος, σελ. 456 τόμ. 18ος, σελ. 331).
(9) Ιντεγκραλιστές-οπαδοί του "ολοκληρωτικού" (ιντεγκράλνι = ολοκληρωτικός) σοσιαλισμού, ποικιλομορφίας του μικροαστικού σοσιαλισμού
Ηγέτης των ιντεγκραλιστών ήταν ο Ενρίκο Φέρρι Στη δεκαετία 1900-1910 οι ιντεγκραλιστές που αποτελούσαν κεντριστικό ρεύμα του Σοσιαλιστικού κόμματος της Ιταλίας πάλεψαν πάνω σε μια σειρά ζητήματα ενάντια στους ρεφορμιστές, οι οποίοι ακολουθούσαν οπορτουνιστικές θέσεις των άκρων και συνεργάζονταν με την αντιδραστική αστική τάξη.
(2) Μπακουνισμός - ρεύμα που πήρε την ονομασία του από το όνομα του Μπακούνιν, θεωρητικού του αναρχισμού και άσπονδου εχθρού του μαρξισμού και του επιστημονικού σοσιαλισμού Οι μπακουνιστές πολεμούσαν με πείσμα τη μαρξιστική θεωρία και τακτική του εργατικού κινήματος. Βασική θέση του μπακουνισμού είναι η άρνηση κάθε κράτους, μαζί και της δικτατορίας του προλεταριάτου- ο μπακουνισμός δεν καταλάβαινε τον κοσμοϊστορικό ρόλο του προλεταριάτου. Ο Μπακούνιν διατύπωσε την ιδέα της "εξίσωσης" των τάξεων, της συνένωσης των "ελεύθερων ενώσεων" από τα κάτω. Κατά τη γνώμη των μπακουνιστών θα έπρεπε μια μυστική επαναστατική εταιρία από "εξέχουσες" προσωπικότητες να μπει επικεφαλής των λαϊκών εξεγέρσεων που θα εκδηλώνονταν αμέσως. Έτσι, οι μπακουνιστές θεωρούσαν ότι στη Ρωσία η αγροτιά ήταν έτοιμη να εξεγερθεί αμέσως. Η τακτική τους των συνωμοσιών, των άμεσων εξεγέρσεων και της τρομοκρατίας ήταν τυχοδιωκτική και εχθρική προς τη μαρξιστική διδασκαλία της εξέγερσης. Ο μπακουνισμός συγγενεύει με τον προυντονισμό, το μικροαστικό αυτό ρεύμα που αντανακλούσε την ιδεολογία του καταστραμένου μικροίδιοκτήτη Ένας από τους εκπροσώπους των μπακουνιστών στη Ρωσία ήταν ο Σ. Γκ. Νετσάγεφ αυτός κρατούσε στενή σύνδεση με τον Μπακούνιν που ζούσε στο εξωτερικό. Το πρόγραμμα της συνωμοτικής εταιρίας, το διατύπωσαν στην "Επαναστατική κατήχηση". Το 1869 ο Νετσάγεφ προσπάθησε να δημιουργήσει στη Ρωσία μια στενή συνωμοτική οργάνωση, τη "Ναρόντναγια ρασπράβα". Δεν μπόρεσε όμως να οργανώσει παρά μόνο μερικούς ομίλους στη Μόσχα Η "Ναρόντναγια ρασπράβα" ανακαλύφθηκε γρήγορα και το Δεκέμβρη του 1869 χτυπήθηκε και διαλύθηκε από την τσαρική κυβέρνηση. Ο Μπακούνιν, επιδιώκοντας να εισχωρήσει στην I Διεθνή, ζητούσε να γίνει δεκτός μαζί με την οργάνωση "Ένωση της σοσιαλιστικής δημοκρατίας" που ίδρυσε το 1868 και η οποία συμπεριλάβαινε τη μυστική μπακουνιστική ένωση. Παρά την απόφαση του Γενικού Συμβουλίου της Διεθνούς για διάλυση της " Ενωσης", ο Μπακούνιν μόνο τυπικά υποτάχθηκε σ ’αυτή την απόφαση διατήρησε τη μυστική του οργάνωση και την εβαλε στη Διεθνή σαν τμήμα της Διεθνούς στη Γενεύη, που διατηρησε την ονομασία " Ενωση".
Ο Μπακούνιν, βάζοντας σαν σκοπό του την κατάληψη της ηγεσίας του Γενικού Συμβουλίου, καταπολέμησε τον Μαρξ, χωρίς να διστάζει να χρησιμοποιησει γι'αυτό όλα τα μέσα. Η " 'Ενωση", τόνιζαν ο Μαρξ και ο Ενγκελς, δεν δίσταζε για να πετύχει τους σκοπούς της "να χρησιμοποιήσει κάθε μέσο, κάθε δολιότητα το ψέμα, τη συκοφαντία, τον εκφοβισμό, το πισώπλατο χτύπημα, όλα αυτά τα χρησιμοποιούσεστον ιδιο βαθμό".
(Κ. Μαρξ και Φ. Έ νγκελς. Απαντα, 2η ρωσ. έκδ.,τομ 18ος, σελ 329).
Για τη διαλυτική τους δράση οι ηγέτες του αναρχισμού, ο Μπακούνιν και ο Γκιγιόμ, διαγράφηκαν από την I Διεθνή στο συνέδριο της Χάγης το 1872.
Η θεωρία και η τακτική των μπακουνιστων καταδικάστηκε αυστηρά από τον Κ. Μαρξ και τον Φ. Ενγκελς.
Ο Β. I. Λένιν χαρακτήριζε τον μπακουνισμό σαν κοσμοθεωρία"του μικροαστού που έχασε κάθε ελπίδα σωτήριας του"
(Άπαντα ,4η ρωσ έκδ.. τόμ. 18ος, σελ. 11).
Ο μπακουνισμός αποτέλεσε μια από τις ιδεολογικές πηγές του ναροντνικισμού. Σχετικά με τον Μπακούνιν και τους μπακουνιστές βλ. τα έργα του Κ. Μαρξ και του Ενγκελς " Η Ενωση της σοσιαλιστικής δημοκρατίας και η Διεθνής Ένωση των Εργατών" (1873), Φ. Ένγκελς "Οι μπακουνιστές σε δράση" (1873), "Η φιλολογία των εκπατρισμένων" (I87S), καθώς και την εργασία του Β I.
Λένιν "Για την προσωρινή επαναστατική κυβέρνηση" (1905).
(3) Πρόκειται για τον μπερνσταινισμό το οπορτουνιστικό, εχθρικό προς το μαρξισμό ρεύμα στη διεθνή σοσιαλδημοκρατία, που εμφανίστηκε στά τέλη του 19ου αιώνα στη Γερμανία και πήρε την ονομασία του από το όνομα του Ε. Μπέρνσταϊν, του πιο απροκάλυπτου εκφραστή του αναθεωρητισμού. Στα 1896-1898 ο Μπέρνσταϊν δημοσίευσε στο περιοδικό "Die Neue Zeit" ("Νέοι Καιροί"), θεωρητικό όργανο της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας, μια σειρά άρθρα με τον τίτλο "Προβλήματα του σοσιαλισμού", όπου αναθεωρούσε τις φιλοσοφικές, οικονομικές και πολιτικές βάσεις του επαναστατικού μαρξισμού. "Δεν παραδεχόταν ότι μπορεί να θεμελιωθεί επιστημονικά ο σοσιαλισμός και ν'αποδειχτεί, από την άποψη της υλιστικής αντίληψης της ιστορίας, ότι είναι αναγκαίος και αναπόφευκτος, δεν παραδεχόταν το γεγονός της αυξανόμενης αθλιότητας,της προλεταριοποίησης και της όξυνσης των καπιταλιστικών αντιθέσεων διακήρυσσε ότι είναι ανυπόστατη η ίδια η έννοια “τελικός σκοπός” και απόρριπτε ανεπιφύλακτα την ιδέα της δικτατορίας του προλεταριάτου δεν παραδεχόταν ότι ανάμεσα στο φιλελευθερισμό και στο σοσιαλισμό υπάρχει ριζική αντίθεση απόριπτε τη θεωρία τηςταξικής πάλης..."
(Β.Ι. Λένιν. Άπαντα , 5η έκδ., τόμ. 6ος, σελ. 7).
Η αναθεώρηση του μαρξισμού από τους μπερνσταϊνικούς απόβλεπε στο να μετατρέψει τη σοσιαλδημοκρατία από κόμμα της κοινωνικής επανάστασης σε κόμμα των κοινωνικών μεταρυθμίσεων. Τα αριστερά στοιχεία της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας άρχισαν αγώνα ενάντια στον Μπέρνσταϊν από τις στήλες των εφημερίδων τους. Τον μπερνσταινισμό τον υποστήριξε η δεξιά, η οπορτουνιστική πτέρυγα. Η Κεντρική Επιτροπή του κόμματος κρατούσε συμβιβαστική στάση απέναντι στον μπερνσταινισμό και δεν τον αντέκρουε. Στο περιοδικό "Die Neue Zeit" η πολεμική εναντία στα άρθρα του Μπέρνσταϊν άρχισε τον Ιούλη του 1898 με το άρθρο του Γκ Β Πλεχάνοφ Ο Μπέρνσταϊν"και ο υλισμός που στρεφόταν ενάντια στον αναθεωρητισμό". Το 1899 τα άρθρα του Μπερνσταιν εκδόθηκαν σε χωριστό βιβλίο με τον τίτλο "Οι προϋποθέσεις του σοσιαλισμού και τα καθήκοντα της σοσιαλδημοκρατίας". Στα συνέδρια του Σοσιαλδημοκρατικού κόμματος της Γερμανίας που έγιναν στη Στουτγάρδη (Οχτώβρης 1898). στο Αννόβερο (Οχτώβρης 1899) και στη Λυβέκη (Σεπτέμβρης 1901) ο μπερνσταϊνισμός καταδικάστηκε,εξαιτιας όμως της συμβιβαστικής στάσης της πλειονότητας των ηγετών του, το κόμμα δεν διαχώρισε τις ευθύνες του από τον Μπέρνσταϊν. Οι μπερνσταϊνικοϊ εξακολουθούσαν να προπαγανδίζουν ανοιχτά τις αναθεωρητικές ιδέες στο περιοδικό "Sozialistische Monatsheft" (Μηνιαία Σοσιαλδημοκρατική Επιθεώρηση)και στις κομματικές οργανώσεις.
Ο μπερνσταϊνισμός υποστηρίχτηκε από τα οπορτουνιστικά στοιχεία των άλλων κομμάτων της II Διεθνούς Στη Ρωσία οι μπερνσταϊνικες θεωρίες υποστηρίζονταν από τους "νόμιμους μαρξιστές" και τους "οικονομιστές". Η τσαρική λογοκρισία επέτρεψε να γίνουν τρεις εκδόσεις του βιβλίου του Μπέρνσταϊν, που μεταφράστηκε στη ρωσική γλώσσα, ενώ ο διευθυντής της Οχράνας της Μόσχας Ζουμπάτοφ το συμπεριέλαβε στον κατάλογο των βιβλίων, που συνιστούσε στους εργάτες για διάβασμα. Μόνο οι επαναστάτες μαρξιστές της Ρωσίας, οι μπολσεβίκοι μ' επικεφαλής τον Λένιν πάλευαν αποφασιστικά και με συνέπεια ενάντια στον μπερνσταϊνισμό και τους οπαδούς του. Ο Λένιν ακόμη από το 1899 τάχθηκε ενάντια στους μπερνσταϊνικούς με τη "Διαμαρτυρία των σοσιαλδημοκρατών της Ρωσίας" και με το άρθρο "Το πρόγραμμά μας".
Πλατιά κριτική του μπερνσταινισμού έκανε ο Λένιν στο βιβλίο του "Τί να κάνουμε;" και στα άρθρα του "Μαρξισμός και αναθεωρητισμός", "Οι διαφωνίες στο εργατικό κίνημα της Ευρώπης".
(βλ. ' Απαντα, 5η έκδ ,τόμ. 4ος, σελ. 167-180, 186-190· τόμ. 6ος, σελ. Ι-Ι92 4η ρωσ. έκδ. τόμ. Ι6ος, σελ. 317 - 322)
(4) Νεοκαντιανοί εκπρόσωποι αντιδραστικού ρεύματος της αστικής φιλοσοφίας, που εμφανίστηκε στη Γερμανία στα μέσα του 19ου αιώνα. Οι νεοκαντιανοι επαναλάβαιναν τις πιο αντιδραστικές ιδεαλιστικές θέσεις της φιλοσοφίας του Καντ και απόριπταν τα υλιστικά στοιχεία της. Με το σύνθημα "Πίσω στον Καντ" οι νεοκαντιανοι κήρυσσαν την αναβίωση του ιδεαλισμού του Καντ, πάλευαν ενάντια στο διαλεκτικό και τον ιστορικό υλισμό. Ο Φ. Ένγκελς στο βιβλίο "Ο Λουδοβίκος Φόυερμπαχ και το τέλος της κλασικής γερμανικής φιλοσοφίας" χαρακτήρισε τους νεοκαντιανούς σαν "αντιδραστικούς θεωρητικούς", αξιοθρήνητους εκλεκτικούς και ασημαντολόγους. Οι νεοκαντιανοί που βρίσκονταν στις γραμμές της γερμανικής σοσιαλδημοκρατίας (Ε. Μπέρνσταϊν, Κ. Σμιθ κ.ά.) βάλθηκαν ν' αναθεωρήσουν τη μαρξιστική φιλοσοφία, την οικονομική θεωρία του Μαρξ και τη διδασκαλία του για την ταξική πάλη και τη δικτατορία του προλεταριάτου. Στη Ρωσία εκπρόσωποι του νεοκαντιανισμού ήταν οι "νόμιμοι μαρξιστές" Π. Μπ. Στρούβε, Σ. Ν. Μπουλγκάκοφ.
O Λενιν αντέκρουσε τους νομίμους μαρξιστές, που μετέφεραν το Μοκαντιανισμό στο ρωσικό έδαφος, με τις πρώτες του ακόμη εργασίες. Το οικονομικο περιεχόμενο του ναροντνικισμού και η κριτική στο βιβλίο του κ Στρούβε (Η αντανάκλαση του μαρξισμού στην αστική φιλολογία) (1895). Ακριτη κριτική (1900) και χαιρέτισε τα άρθρα του Γκ Β Πλεχάνοφ ενάντια στους νεοκαντιανούς, που δημοσιεύτηκαν στον τυπο του εξωτερικού στα τέλη της δεκαετίας 1890-1900 και στα οποία ο Πλεχάνοφ χαρακτήρισε το νεοκαντιανισμό του Μπερνσταιν και του Κ Σμιθ "αντιδραστική θεωρία της αντιδραστικής αστικής τάξης". Ολόπλευρη κριτική της νεοκαντιανικής φιλοσοφίας ο Λένιν στο βιβλίο του "Υλισμός και εμπειριοκριτικισμός" ( 1909) Στις φιλοσοφικές του εργασίες ο Λένιν εδειξε την εχθρότητα της υποκειμενικής ιδεαλιστικής φιλοσοφίας των νεοκαντιανών απέναντι στην επιστημονική γνώση της φύσης και της κοινωνίας, ξεσκέπασε την ταξική της ουσία σαν αστικής ιδεολογίας Οι νεοκαντιανικές ιδέες χρησιμοποιούνται στη σημερινή περίοδο από τους εκπροσώπους της αντιδραστικής φιλοσοφίας του ιμπεριαλισμού στην πάλη ενάντια στο μαρξισμό-λενινισμό.
(5) Μπεμ-Μπάβερκ - Αναγεννητής του κλασικού φιλελευθερισμού,ιθύνων νους πίσω από το σοσιαλδημοκρατικό κόμμα της Γερμανίας στα χρόνια της δημοκρατίας της Βαϊμάρης, διαδραμάτισε καθοριστικό ρόλο για την εξέλιξη της Αυστριακής Σχολής οικονομικής σκέψης που γεννήθηκε στα τέλη του 19ου αιώνα και σε μία εποχή όπου το σύστημα της ελεύθερης οικονομίας έπαιρνε σάρκα και οστά, με κύριο πυρήνα του την βιομηχανική παραγωγή και την διεθνοποίηση του εμπορίου. Με κύριους εκφραστές της οικονομολόγους όπως οι Καρλ Μένγκερ,
Λούντβιχ φον Μίζες, Όιγκιν φον Μπεμ-Μπάβερκ και Φρήντριχ φον Χάγιεκ, η σχολή αυτή πίστευε στην επιχειρηματικότητα, στον οικονομικό ορθολογισμό και στην μέσω αυτού αυτορρύθμιση των αγορών.
(6) Μιλλερανισμός - οπορτουνιστικό ρεύμα στη σοσιαλδημοκρατία, που ονομάστηκε έτσι από το όνομα του γάλλου σοσιαλιστή-ρεφορμιστή Α.Ε. Μιλλεραν ο οποίος το 1899 πήρε μέρος στην αντιδραστική αστική κυβέρνηση της Γαλλίας και υποστήριζε την αντιλαϊκή πολιτική της. Η συμμετοχή του Μιλλεράν σε αστική κυβέρνηση ήταν μια καθαρή εκδήλωση της πολιτικής της ταξικής συνεργασίας των οπορτουνιστών ηγετών της σοσιαλδημοκρατίας με την αστική τάξη, απάρνηση από μέρους τους της επαναστατικής πάλης, προδοσία των συμφερόντων των εργαζόμενων τάξεων.
Ο Λένιν χαρακτηρίζοντας το μιλλερανισμό σαν αναθεωρητισμό και αποστασία, τόνιζε ότι οι σοσιαλρεφορμιστές παίρνοντας μέρος σε αστική κυβέρνηση, γίνονταν οπωσδήποτε ανδρείκελα, προκάλυμα για τους καπιταλιστές, όργανα εξαπάτησης των μαζών από μέρους της κυβέρνησης αυτής.
(7) Γκεντιστές- επαναστατικό μαρξιστικό ρεύμα στο γαλλικό σοσιαλιστικό κίνημα στα τέλη του 19ου με αρχές τους 20ού αιώνα, με αρχηγούς τους Ζ. Γκεντ και Π.Λαφάργκ. Το 1882, ύστερα από τη διάσπαση του Εργατικού κόμματος της Γαλλίας στο συνέδριο του Σαιντ-Ετιέν, οι γκεντιστές σχημάτισαν ανεξάρτητο κόμμα, διατηρώντας την παλιά ονομασία. Οι γκεντιστές έμειναν πιστοί στο πρόγραμμα του κόμματος που είχε ψηφιστεί το 1880 στη Χάβρη. Το θεωρητικό μέρος του προγράμματος αυτού είχε γραφτεί από τον Κ Μαρξ. Οι γκεντιστές υποστήριζαν μιαν ανεξάρτητη επαναστατική πολιτική του προλεταριάτου.
Είχαν μεγάλη επιροή στα βιομηχανικά κέντρα της Γαλλίας και συνένωναν τα πρωτοπόρα στοιχεία της εργατικής τάξης. Το 1901 οι οπαδοί της επαναστατικής ταξικής πάλης με επικεφαλής τον Ζ Γκεντ ενώθηκαν και σχημάτισαν το Σοσιαλιστικό κόμμα της Γαλλίας (που τα μέλη του άρχισαν επίσης να λέγονται γκεντιστές από το ονομα του αρχηγού του) Το 1905 οι γκεντιστές συνενώθηκαν με το ρεφορμιστικό Γαλλικό Σοσιαλιστικό κόμμα. Την περίοδο του ιμπεριαλιστικού πολέμου 1914-1918 οι καθοδηγητές του κόμματος αυτού (Γκεντ, Σαμπά κ α .) πρόδωσαν την υπόθεση της εργατικής τάξης και πέρασαν στις θέσεις του σοσιαλσωβινισμού.
Ζωρεσιστές - οπαδοί του γάλλου σοσιαλιστή Ζ. Ζωρές, που στη δεκαετία 1890-1900 σχημάτισε μαζί με τον Α Μιλλεράν την ομάδα των "ανεξάρτητων σοσιαλιστών" και ήταν επικεφαλής της δεξιάς, της ρεφορμιστικής πτέρυγας του γαλλικού σοσιαλιστικού κινήματος. Οι ζωρεσιστές με το πρόσχημα της "ελευθερίας κριτικής" προσπαθούσαν να κάνουν αναθεώρηση των βασικών θέσεων του μαρξισμού, κήρυσσαν την ταξική συνεργασία του προλεταριάτου με την αστική τάξη. Το 1902 οι ζωρεσιστές ίδρυσαν το Γαλλικό σοσιαλιστικό κόμμα που υποστήριζε ρεφορμιστικές θέσεις. Μηρουσιστές (ποσιμπιλιστές) (Π. Μπρους, Μπ. Μαλόν και άλλοι)-μικροαστικό, ρεφορμιστικό ρεύμα, που εμφανίστηκε στο γαλλικό σοσιαλιστικό κίνημα στη δεκαετία 1880-1890. Το ρεύμα αυτό αποτραβούσε το προλεταριάτο από τις επαναστατικές μεθόδους πάλης. Οι ποσιμπιλιστές σχημάτισαν το "Εργατικό κοινωνικο-επαναστατικό κόμμα"αρνούνταν το επαναστατικό πρόγραμμα και την επαναστατική τακτική του προλεταριάτου, άμβλυναν τους σοσιαλιστικούς σκοπούς του εργατικού κινήματος, πρότειναν να περιορίζεται η πάλη των εργατών στα πλαίσια "του δυνατού" (possible) από δω προέρχεται και η ονομασία του κόμματος. Η επιροή των ποσιμπιλιστών επεκτεινόταν κυρίως στις πιο καθυστερημένες οικονομικά περιοχές της Γαλλίας και στα λιγότερο εξελιγμένα στρώματα της εργατικής τάξης. Σε συνέχεια η πλειοψηφία των ποσιμπιλιστών συγχωνεύτηκε στο ρεφορμιστικό Γαλλικό σοσιαλιστικό κόμμα που ιδρύθηκε το 1902 με επικεφαλής τον Ζ. Ζωρές
(8) Η Σοσιαλδημοκρατική ομοσπονδία της Αγγλίας ιδρύθηκε το 1884. Δίπλα στους ρεφορμιστές (Χάιντμαν κ.ά.) και τους αναρχικούς στη Σοσιαλδημοκρατική ομοσπονδία ανήκε και η ομάδα των επαναστατών σοσιαλδημοκρατών, οπαδών του μαρξισμού (Γ Κβελτς, Τ. Μαν, Ε. Έ βελινγκ,Ελεωνόρα Μαρξ-’Εβελινγκ κ.ά.), που αποτελούσαν την αριστερή πτέρυγα του σοσιαλιστικού κινήματος της Αγγλίας. Ο Φ. Ένγκελς έκανε κριτική στη Σοσιαλδημοκρατική ομοσπονδία για δογματισμό και σεχταρισμό, για απόσπαση από το μαζικό εργατικό κίνημα της Αγγλίας και άγνοια των ιδιομορφιών του. Το 1907 η Σοσιαλδημοκρατική ομοσπονδία ονομάστηκε Σοσιαλδημοκρατικό κόμμα που το 1911, μαζί με την αριστερή πτέρυγα του Ανεξάρτητου εργατικού κόμματος,σχημάτισε το Βρετανικό σοσιαλιστικό κόμμα. Το 1920 το κόμμα αυτό μαζί με την Ομάδα της Κομμουνιστικής ενότητας έπαιξε τον κύριο ρόλο στη δημιουργία του Κομμουνιστικού κόμματος της Μεγάλης Βρετανίας. Ανεξάρτητο εργατικό κόμμα της Αγγλίας (Independent Labour Party)-ρεφορμιστική οργάνωση, που ιδρύθηκε από τους καθοδηγητές των "νέων τρέιντ-γιούνιον" το 1893, την εποχή που αναζωογονούνταν ο απεργιακός αγώνας και δυνάμωνε το κίνημα για την ανεξαρτησία της εργατικής τάξης της Αγγλίας από τα αστικά κόμματα. Στο ΑΕΚ προσχώρησαν τα μέλη των "νέων τρέιντ-γιούνιον" και πολλών παλιών συνδικάτων, εκπρόσωποι της διανόησης και των μικροαστών, που ήταν κάτω από την επιροή των φαβιανών. Επικεφαλής του κόμματος ήταν ο Κέιρ Χάρντυ. Το κόμμα με το πρόγραμμά του πρόβαλε την πάλη για τη συλλογική ιδιοκτησία όλων των μέσων παραγωγής, κατανομής και ανταλλαγής, την εφαρμογή του οκτάωρου, την απαγόρευση της δουλειάς των παιδιών, την εφαρμογή κοινωνικών ασφαλίσεων και επιδομάτων για τους ανέργους. Το ΑΕΚ από την αρχή ακόμη της εμφάνισής του τήρησε αστική ρεφορμιστική στάση, στρέφοντας την κύρια προσοχή στην κοινοβουλευτική μορφή πάλης και στις κοινοβουλευτικές συναλλαγές με το Φιλελεύθερο κόμμα.
Ο Λένιν, χαρακτηρίζοντας το Ανεξάρτητο εργατικό κόμμα, έγραφε ότι "στην πράξη το κόμμα αυτό είναι κόμμα οπορτουνιστικό, εξαρτημένο πάντα από την αστική τάξη", ότι ("είναι ανεξάρτητο" μόνο από το σοσιαλισμό, ενώ από το φιλελευθερισμό είναι πολύ εξαρτημένο).
(Άπαντα , 4η ρωσ. έκδ , τόμ 29ος, σελ. 456 τόμ. 18ος, σελ. 331).
(9) Ιντεγκραλιστές-οπαδοί του "ολοκληρωτικού" (ιντεγκράλνι = ολοκληρωτικός) σοσιαλισμού, ποικιλομορφίας του μικροαστικού σοσιαλισμού
Ηγέτης των ιντεγκραλιστών ήταν ο Ενρίκο Φέρρι Στη δεκαετία 1900-1910 οι ιντεγκραλιστές που αποτελούσαν κεντριστικό ρεύμα του Σοσιαλιστικού κόμματος της Ιταλίας πάλεψαν πάνω σε μια σειρά ζητήματα ενάντια στους ρεφορμιστές, οι οποίοι ακολουθούσαν οπορτουνιστικές θέσεις των άκρων και συνεργάζονταν με την αντιδραστική αστική τάξη.
(10) Επαναστατικός συνδικαλισμός-μικροαστικό μισοαναρχικό ρεύμα, που εμφανίστηκε στο εργατικό κίνημα ορισμένων χωρών της Δυτικής Ευρώπης στα τέλη του 19ου αιώνα.
Οι συνδικαλιστές αρνούνταν την ανάγκη της πολιτικής πάλης της εργατικής τάξης, τον καθοδηγητικό ρόλο του κόμματος και της δικτατορίας του προλεταριάτου, θεωρούσαν ότι τα συνδικάτα μπορούν με την οργάνωση γενικής απεργίας των εργατών, χωρίς επανάσταση ν’ ανατρέψουν τον καπιταλισμό και να πάρουν στα χέρια τους τη διεύθυνση της παραγωγής. Ο Λένιν τόνιζε ότι ο επαναστατικός συνδικαλισμός σε πολλές χώρες ήταν άμεσο και αναπόφευκτο αποτέλεσμα του οπορτουνισμού, του ρεφορμισμού, του κοινοβουλευτικού κρετινισμού.
(Άπαντα , 5η έκδ., τόμ. 16ος, σελ. 201)
....ζωρεσιστές....μιλλερανισμός... και πολλές παρόμοιες καταλήξεις σε -ιστές και -ισμός που είναι
ΑπάντησηΔιαγραφήγεμάτο το κείμενο , αλήθεια μπερδεύουν ένα μέσο μυαλό . Θυμίζουν περισσότερο Θρησκευτικούς Αγώνες
παλαιών εποχών όπου ο ένας έβγαζε αιρετικό τον άλλον . Τελικά μάλλον προκρίνεται μία Μαρξιστική
Ορθοδοξία (έχουν τέτοιο φρούτο κ οι Θεολόγοι ! τι σύμπτωση ) . βέβαια απορία εύλογος είναι ότι ο
ίδιος ο Μαρξ αν ζούσε κ ανάλογα της πραγματικής εξέλιξης δεν θα τροποποιούσε κάποια κεφάλαια της
θεωρίας του ? Εάν Ναι τότε θα συμφωνούσε με την γενική βάση της θεωρίας του που στηρίζεται
στον υλισμό κ το γίγνεσθαι , εάν Όχι τότε θα έρχοταν σε αντίφαση με την βασική λογική του σκέψη
κ θα ήταν πιο κοντά στην θεωρία των "Αγίων Γραφών " των χριστιανών κ.λ.π. όπου τίποτε δεν αλλάζει.
Μπρος γκρεμός κ πίσω ρέμα που λέει ο λαός ...Καλή Συνέχεια....
Αυτός ο ''καταραμένος'' Μαρξισμός
ΑπάντησηΔιαγραφήΕν αρχή επελέγη ως στόχος ο Στάλιν. Λιγότερο γιατί θεωρήθηκε σαν "εύκολος" στόχος. Περισσότερο γιατί το σύστημα βρήκε "εύκολους" συμμάχους στις γραμμές της αριστεράς. Αυτούς που απέρριπταν με πάσα ευκολία το Στάλιν αλλά παρέμεναν, λέει, «σταθεροί» στις Λενινιστικές και Μαρξιστικές τους αντιλήψεις. Σαν τέτοιοι γίνονταν και δεκτοί στα σαλόνια του «καλού κόσμου» (τότε δεν είχε "παράθυρα") και καμάρωναν κιόλας οι μικρόμυαλοι πως "εισάγανε" τον μαρξισμό στα κέντρα των αποφάσεων. Όταν ήρθε το "πλήρωμα του χρόνου", το σύστημα θεώρησε ότι μπορούσε πλέον να τους αναθέσει και την "περιποίηση" του Λένιν. Οι περισσότεροι απ’ αυτούς, ανέβηκαν πρόθυμα το σκαλοπάτι-που να ψάχνουν τώρα, έτσι κιόλας που είχαν καλομάθει-. Παρέμεναν όμως «Μαρξιστές»! Ολα κι όλα! Όμως το "κακό" πρέπει να "χτυπηθεί στη ρίζα του". Είναι η ώρα να τεθεί στο στόχαστρο της "κριτικής" ο Μαρξ. Δεν είναι εύκολο κι ούτε είναι εδώ που μπορεί να τεθεί το ζήτημα στο σύνολό του.
Ο Μαρξισμός συνακόλουθα απορρίπτεται επειδή ως "θρησκεία εκκοσμικευμένη" είναι ένα κλειστό ιδεολογικό σχήμα, με ιδεαλιστικά μεταφυσικά γνωρίσματα και εσχατολογικό χαρακτήρα. Εδώ μας προκύπτει κοντά στα άλλα και μια κριτική του Μαρξισμού από την πλευρά-κατά κάποιο τρόπο έστω-του ιστορικού υλισμού και της διαλεκτικής.
Αυτό λοιπόν που τους κάνει κάποιους,(σαν τσιράκια της αστικής τάξης) απόλυτα εχθρικούς απέναντι στο Μαρξισμό είναι το ότι από τη Μαρξιστική κοσμοαντίληψη "παράγεται" μια συγκεκριμένη πολιτική άποψη.
Εν συντομία, ότι αυτός ο κόσμος είναι εκμεταλλευτικός, καταπιεστικός, είναι άδικος, μπορεί και πρέπει να αλλάξει. Μόνο που πριν την απόφανση προηγείται ένα ερώτημα. Αυτός ο κόσμος πρέπει να αλλάξει ή πρέπει να μείνει ως έχει; Το ερώτημα δεν είναι "φιλοσοφικό" και η απάντηση δεν είναι μία. Γιατί είναι προφανές ότι άλλη απάντηση θα δώσουν οι κολασμένοι αυτής της γης και άλλη τα αφεντικά της.
Αυτό λοιπόν που φαίνεται να είναι αφόρητο για μια κατηγορία διανοούμενων, κυρίως είναι το γεγονός ότι ο Μαρξισμός απευθύνει το μήνυμά του "σ’ αυτούς που μπορούν να το αντιληφθούν". Στους καταπιεσμένους όλου του κόσμου.
Τον Μαρξ ακόμη και την κριτική του, κάλλιστα θα μπορούσαν να τον αποδεχτούν στην ''ακαδημαϊκή τους νόηση''. Αν παρέμενε ακαδημαϊκός. Αν δεν "πρόδιδε" την ακαδημαϊκή τάξη παραδίδοντας τα "άγια των ιδεών" στους κατατρεγμένους, που με την πάλη των τάξεων θα προσπαθήσουν να αλλάξουν τη κοινωνία προς ένα καλύτερο αύριο. Και αυτό δεν αλλάζει ούτε αναθεωρείται.
Δεν είναι εκπληκτικό ότι η διδασκαλία του Μαρξ, που εξυπηρετεί άμεσα τη διαφώτιση και την οργάνωση της πρωτοπόρας τάξης της σύγχρονης κοινωνίας, τονίζει τα καθήκοντα αυτής της τάξης και αποδείχνει ότι - λόγω της οικονομικής ανάπτυξης - είναι αναπόφευκτη η αντικατάσταση του σημερινού καθεστώτος με μια καινούργια τάξη πραγμάτων δεν είναι εκπληκτικό ότι η διδασκαλία αυτή ήταν υποχρεωμένη να κατακτά με μάχη το κάθε της βήμα στο δρόμο της ζωής.Και αυτό δεν αλλάζει και ούτε αναθεωρείται.
ΑπάντησηΔιαγραφήΕίναι περιττό να μιλήσουμε για την αστική επιστήμη και φιλοσοφία, που τις διδάσκουν επίσημοι καθηγητές, σύμφωνα με το επίσημο πνεύμα, για ν ’αποβλακώνουν τη νέα γενιά των εύπορων τάξεων και για να τη "γυμνάζουν" ενάντια στους εξωτερικούς και εσωτερικούς εχθρούς. Η επιστήμη αυτή δεν θέλει ούτε ν ’ακούσει για μαρξισμό και διακηρύσσει ότι ο μαρξισμός έχει αναιρεθεί και εκμηδενιστεί. Και οι νεαροί επιστήμονες που κάνουν την καριέρα τους αναιρώντας το σοσιαλισμό, και τα ετοιμόρροπα γεροντάκια, που φυλάνε τις παραδόσεις κάθε απαρχαιωμένου "συστήματος", επιτίθενται με τον ίδιο ζήλο ενάντια στον Μαρξ. Η ανάπτυξη του μαρξισμού, η διάδοση και η εδραίωση των ιδεών του μέσα στην εργατική τάξη, προκαλούν αναπόφευκτα την επανάληψη και την όξυνση των αστικών αυτών επιθέσεων ενάντια στο μαρξισμό, που ύστερα από κάθε "εκμηδένιση" του από την επίσημη επιστήμη, γίνεται όλο και πιο γερός, πιο ατσαλωμένος και πιο ζωτικός.
Η ιδεολογική πάλη του επαναστατικού μαρξισμού ενάντια στον αναθεωρητισμό στον 20o αιώνα είναι απλώς το προοίμιο των μεγάλων επαναστατικών μαχών που πρέπει να δώσει το προλεταριάτο (εργατική τάξη), στο διάβα του για την πλήρη νίκη της υπόθεσής του, παρόλες τις ταλαντεύσεις και τις αδυναμίες που μπορούν να υπάρξουν.